Δευτέρα 4 Νοεμβρίου 2013

ΑΠΑΝΤΗΣΗ ΤΟΥ κ.ΣΠΥΡΟΥ ΦΙΛΟΥ ΣΤΟ ΑΡΘΡΟ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΗ ΚΑΙ ΑΝΤΑΠΑΝΤΗΣΗ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΑΔΗ

ΑΠΑΝΤΗΣΗ ΤΟΥ κ.ΣΠΥΡΟΥ ΦΙΛΟΥ ΣΤΟ ΑΡΘΡΟ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΗ ΚΑΙ ΑΝΤΑΠΑΝΤΗΣΗ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΑΔΗ


Ο έλληνας  διπλωμάτης και αιρετικός Προτεστάντης
κ. Σπύρος Φίλος,«απαντά» στο άρθρο μας
για την Εξομολόγηση:

    Τοπροηγούμενοντεύχος τού φυλ­λαδίου μας το είχαμεν αφιερώσει σ' ένα δίτομον κατά της ορθόδοξης Εξομολόγησης βιβλίον, που με πολύ θόρυβον, θριαμβολογίαν και πομπήν έγραψεν και διέδωσεν ένας αιρετικός Προτεστάντης, ο οποίος μάλιστα συμβαίνει να είναι και διευθυντής στο ελληνικόν υπουργείον Εξωτερικών, αλλά και να έχη πολλαπλή μόρφωση (πολλά πτυχία πανεπιστημιακά) και να χειρίζεται άπταιστα τις βασικές ευρωπαϊκές γλώσσες: ο. κ. Σπ. Φίλος. Δηλαδή επιχειρήσαμε στο άρθρο μας εκείνο να αντιμετωπίσουμε αντι­πάλους πάνοπλους σαν αστακούς. Και κατά πόσον βέβαια πετύχαμεν τον αντικειμενικό μας στόχο μπορεί να το κρίνη ο αναγνώστης, αφού προμηθευθή δωρεάν το σχετικόν εκείνο τεύχος και μελετήσει προσεκτικά όσους συλλογισμούς, επιχειρήματα και ερωτήματα θέσαμε και αναπτύξαμεν εκεί για το θέμα της Εξομολό­γησης.
Εγράφαμε, λοιπόν, σ' εκείνο το άρθρον, ότι είμαστε πρόθυμοι και να παρουσιάσωμεν, υπό ορισμένους όμως όρους, τις τυχόν απαντήσεις τού εν λόγω διπλωμάτου στα γραφόμενά μας, εάν δηλαδή αυτές οι απαντήσεις του συνέβαινε να ήσαν σχετικές με τα γραπτά μας. κι αν ετηρούντο οι ανα­λογίες ως προς την έκταση της απάν­τησής του.
Πράγματι, ο κ. Σπ. Φίλος έσπευσε vα "απαντήση", δυστυχώς όμωςασχετολογώντας όπως ακριβώς υποψιαζό­μασταν ότι θα έκανε και μη ασχο­λούμενος με την ουσίαν, δηλαδή, με τα ίδια τα επιχειρήματα και τους συλλογισμούς τού άρθρου μας, ώστε να προαχθή ο διάλογος, άλλ' ησχολήθη αποκλειστικά και μόνον με διαδι­καστικά και τυπικά θέματα, π.χ. με το αν αποδίδω κατά λέξη τα λόγια, που είπεν ο κ. Σπ. Φίλος, με το εάν έχω βάλει ή όχι τα λόγια του σε εισα­γωγικά, με το αν ο αριθμός της σελί­δας της παραπομπής με την οποίαν και δεν ασχολείται καθόλου, είναι λανθασμένος και όχι με το ίδιο το ουσιαστικόν περιεχόμενον της παρα­πομπής. Να ασχοληθή βέβαια και με αυτά τα τυπικά, αλλά να μη καταπιή την ουσίαν τού πράγματος !
Κοντολογής, δεν ασχολείται με κανένα από τα επιχειρήματά και τους συλλογισμούς μας, τους εις το άρ­θρον, ούτε και απαντά σε κανένα ερώτημά μας, γιατί λέγει αυτά έχουν απαντηθή στο δίτομον έργο του, χωρίς όμως να μας λέγη ο κ. Σπ. Φί­λος σε ποιόν τόμον και σε ποιάν σελί­δα έχουν απαντηθή τα πολλαπλά και αγωνιώδη ερωτήματά μας.
Είναι, φυσικά, ευνόητος ο λόγος που φέρεται και αντιδρά έτσι ο έλ­ληνας διπλωμάτης μας: δεν έχει και άρα δεν μπορεί να δώση απαντήσεις στα σχετικά ερωτήματα. Επαναλαμβάνομεν : όπως μπορεί να διαπιστώ­ση ο αναγνώστη εκείνου του άρθρου, τα ερωτήματα, οι συλλογισμοί και τα επιχειρήματά μας είναι ακριβώς πρω­τότυπα και, άρα, δεν έχουν απαντηθή στο δίτομον έργον τού κ. Σπ. Φίλου. Επομένως χρήζουν απαντήσεως, άσχετα αν ο ίδιος ο κ. Σπ. Φίλος θέλη να τα πνίξη σαν νεογέννητα ενοχλη­τικά γι' αυτόν γατάκια.
Αν είχαν απαντηθή πράγματι τα ερωτήματα αυτά στο δίτομον έργον του, θα μας είχεν κάνει την τιμήν να δώση αυτές τις απαντήσεις στο άρθρο μας ή τουλάχιστον, θα μας υπεδείκνυεν σε ποιες τάχα σελίδες τού έργου του περιέχονται αυτές οι περίφημες απαντήσεις στο κάθε ερώτημα και επιχείρημά μας.
Τίποτε όμως άπ' όλα αυτά. Και επαναλαμβάνομεν: οι λόγοι είναι ευνόητοι : "απορία ψάλτου βήξ."

Συστημένη Επιστολή
Μαρούσι, 19 Φεβρουαρίου 2005
Αξιότιμε κ. Βασιλειάδη.
Μόλις προχθές, γνωστό μου πρόσωπο είχε την καλοσύνη να μου αποστείλει το 37οντεύχος του Διμηνιαίου Ενοριακού Φυλλαδίου I. Ν. Αγ. Στεφάνου Ν. Ιωνίας «Εκ του Περισσού της Καρδίας», στο οποίο (στις 32 μεγάλες σελίδες του) 1. ασχο­λείστε, αποκλειστικά και μόνον, με το δίτομο βιβλίο μου: «Η ΕΤΥΜΗΓΟΡΙΑ ΤΗΣ ΑΛΗΘΕΙΑΣ. Δημόσια Κατάθεση Ντοκουμέντων». Αθήνα 1988.
2. Στο τέλος του άρθρου σας, μάλιστα, «αξιώνετε»,3.να έχετε «απάντησή» μου1, την οποία, λέτε, ότι, θα είστε ευχαρίστως πρόθυμος, και να τη δημοσιεύ­σετε, γράφοντας, «είμεθα ευχαρίστως πρόθυμοι να τη φιλοξενήσουμεν και να την παρουσιάσουμεν από τις στήλες του φυλλαδίου μας».
4. Μου είναι, όμως, ανεξήγητο το γεγονός ότι, ενώ ζητάτε απάντησή μου στο εν λόγω άρθρο σας, εντούτοις δεν μου το αποστείλατε για να ενημερωθώ, παρόλο που είχατε την διεύθυνσή μου, (αναγράφεται στη σελίδα 2 του βιβλίου μου, το οποίο, όπως λέτε, διαβάσα­τε). Αν μου το στέλνατε, είναι αυτονόητο ότι, την παρούσα απάντησή μου, θα την είχα­τε πολύ ενωρίτερα.
Στη συνέχεια δε, λέτε, ότι, έστω κι αν ακόμα η απάντησή μου είναι μεγάλη και έχει την ίδια έκταση, όπως και το δικό σας άρθρο, και πάλι θα τη δημοσιεύσετε.
Όσο για την έκταση, δεν θα χρειαστεί, κ. Βασιλειάδη  θα είμαι πολύ πιο σύντομος2.
5. Υπάρχουν ερωτήματά σας στο ως άνω άρθρο σας, τα οποία δεν χρήζουν απάντησης, για τον λόγο ότι έχουν πολλαπλά απαντηθεί, και μάλιστα με σοβαρά και αδιάσειστα στοιχεία στο προαναφερόμενο βιβλίο μου, το οποίο έχετε θέσει υπό εξέταση στο εν λόγω άρθρο σας.
Ας πάρουμε, λοιπόν, τα πράγματα με μία σειρά:
Επιτρέψετε μου, κατ αρχάς, να διερωτηθώ, 6.πως και γιατί βάζετε στο στόμα μου λόγια που εγώ δεν εξέφρασα; Λέτε, π.χ.: «...ο προαναφερθείς Προτεστάντης, κ. Σπ. Φίλος, ο οποίος και λέγει τα εξής:7. ’ο παμπόνηρος3 κύριος Επιφάνιος συγκρίνει τα ασύγκριτα κλπ"» (σελ. 5.τα έντονα γράμ. δικά μου). Αν αυτό το είπα και αληθεύει, δεν θάπρεπε να δώσε­τε τη σχετική σελίδα του βιβλίου μου;
Ασφαλώς, ναι  δεν το κάνατε, όμως!
 Για τους όσους άλλους «κοσμητικούς» χαρακτηρισμούς σας που αποδίδετε στο πρόσωπό μου (π.χ. σελ.1. 11. 12, 13.18. 19 κλπ), πρέπει να πω8. ότι, λυπούμαι μεν για σας βαθύτατα, όμως δεν θα αγνοείτε το γεγονός ότι, εκείνοι που πετούν λάσπη σε άλλους, μένουν με λερωμένα τα χέρια τους. Υποθέτω, θα συμφωνείτε.
Αλλά, δεν είναι και το μόνο, Το ίδιο ακριβώς επαναλαμβάνετε, συχνά-πυκνά, στο εν λόγω μακροσκελέστατο άρθρο σας. Μιλάτε για το πρόσωπό μου, με έναν τέτοιο τρόπο, ότι εγώ τάχα 9. ισχυρίστηκα πράγματα που, όμως, ποτέ δεν είπα. Μάλιστα, σε ορισμένους τέτοιους ισχυρισμούς σας, δίνετε και μεγάλο μάκρος και τους παρουσιάζετε σαν δήθεν δικούς μου.
10. Μερικούς δε απ' αυτούς τους βάζετε και σε εισαγωγικά, ωσάν να ήσαν λόγια αυτολεξεί δικά μου, (δείτε, π.χ. τη σελίδα 21). Όλα αυτά που γράφετε εκεί, ο αναγνώστης θα νομίζει ότι τα ισχυρίστηκα, τάχα, εγώ, στο βιβλίο μου, ενώ γνωρίζετε καλώς ότι αυτό δεν είναι αλήθεια και είναι φυσικό να διερωτηθώ, 11. γιατί άραγε το κάνετε αυτό; Εσείς, πως θα χαρακτηρίζατε αυτή την πράξη, κ. Βασιλειάδη; Το βλέπετε να είναι τίμιο και Χριστιανικό;
12. Ως συνέχεια των πιο πάνω, και ενώ στο μακροσκελές άρθρο σας των 32 μεγά­λων σελίδων ασχολείστε, όπως προείπα, αποκλειστικά και μόνον με το βιβλίο μου, (κατακρίνοντάς το, κακολογώντας δε κι εμένα), υπάρχει και κάτι ακόμα που προξε­νεί κατάπληξη. Δηλαδή, ενώ ισχυρίζεστε ότι είπα τούτα ή εκείνα, όμως, εσείς δεν δίνετε ούτε μία φορά τις σχετικές σελίδες του βιβλίου μου για όσα μου καταμαρτυ­ρείτε, ενώ, ταυτόχρονα, όχι μόνον παραπλανιούνται οι αναγνώστες σας, αλλά τους στερείτε έτσι το δικαίωμα και τη δυνατότητα να ερευνήσουν, αν όσα ισχυρίζεστε για μένα είναι, όντως, αληθινά. Το μόνο που πετυχαίνετε, φυσικά, είναι να παραμορ­φώνετε τα λόγια μου και τις θέσεις μου στα μάτια των αναγνωστών σας, μια που δεν τους λέτε την αλήθεια. Αλλά, άραγε, αυτός είναι ο σκοπός του άρθρου σας; Και θα ξαναρωτήσω: Θεωρείτε ότι, και τούτο είναι τίμιο και Χριστιανικό; .,.
13. Η μοναδική, ας πούμε, παραπομπή που έχετε για το βιβλίο μου, η οποία, πάντως, είναι δυστυχώς τελείως λανθασμένη, βρίσκεται στη σελίδα 30, όπου γράφετε: «...τόμ. Β. σελ. 268-269». Ο Β' τόμος, όμως, δεν εμπεριέχει τις εν λόγω σελίδες, επειδή ξεκινάει από τη σελίδα 627 και τελειώνει με τη σελίδα 1339. Σκέφθηκα, όμως, μήπως, και δεν είναι ο τόμος Β', αλλά ο Α'. Εντούτοις, και στον τόμο Α' οι σελίδες 268-269 δεν σχετίζονται με όσα στο σημείο εκείνο αναφέρετε στο άρθρο σας. Τα όσα λέγονται στις σελίδες αυτές του βιβλίου μου αλλά και τα πριν, όσο και τα μετά αφορούν τον Τερτυλλιανό, ο οποίος, ως γνωστόν, διαφωνεί πέρα για πέρα με το άρθρο σας και τις θέσεις σας. Ώστε, η μόνη, ας πούμε, παραπομπή σας, όπως προείπα, να είναι λανθασμένη και, επομένως, σαν να μη υπάρχει.
14. Οδυνηρή, επίσης, εντύπωση προκαλεί και το γεγονός, στον ενημερωμένο αναγνώστη, ότι, στο άρθρο σας, δεν χρησιμοποιείτε κανέναν από τους πατέρες της εκκλησίας, παρά το γεγονός ότι αντίθετα στο βιβλίο μου που έχετε βάλει κάτω από το μικροσκόπιο, εμπεριέχεται μία πληθώρα πατερικών κειμένων...
15. Ένα κύριο επιχείρημα σας, προφανώς το κεντρικό σας επιχείρημα, καθώς θέλετε να δώσετε μιαν εξήγηση για τη «μυστηριακή εξομολόγηση», είναι η προσπάθειά σας να θέλετε να στηριχθείτε κι εσείς στα κείμενα της Καινής Διαθή­κης, μια που υποστηρίζετε τη γνώμη ότι είναι θεόπνευστα.4
16. Θα γνωρίζετε, ασφαλώς, ότι, η Ορθόδοξη Εκκλησία δεν θεωρεί ως θεόπνευστα όλα τα κείμενα της Καινής Διαθήκης, επειδή ουδέποτε έχει αναγνωρίσει ως θεόπνευστο ένα από τα βιβλία της, την Αποκάλυψη του Ιωάννη.
17. Μάλιστα, στο άρθρο σας (σελ. 27) κάνετε και μιαν άλλη φοβερή δήλωση για την Καινή Διαθήκη. Γράφετε, επί λέξει: «Γι αυτό και δεν είναι αυτή (η Καινή Διαθήκη), καθ ημάς τους ορθόδοξους, ούτε επαρκής, ούτε αυτάρκης πηγή του θείου λόγου&». Μια τέτοια δήλω­ση, είναι ή δεν είναι φοβερή;!
18. Προσπαθείτε μεν, παρόλο που διαρκώς επαναλαμβάνετε –δυστυχώς- τα ίδια και τα ίδια, λέγοντας, τελικά, αλλά μετά από πάρα πολλά προλεγόμενα, τα ακόλου­θα:«...απομένει σε μας να δηλώσουμεν, που, επί τέλους, βασίζει η ορθόδοξη Εκκλησία μας τον θεσμόν αυτόν της Εξομολόγησης...» (σελ. 24. τα έντονα γράμ.δικά μας). Στ αλήθεια, κ. Βασιλειάδη, επιτέλους, που βασίζεστε για όσα υποστηρίζετε;
19. Στη συνέχεια, όμως, όταν έρχεστε να δείξετε που βασίζεστε, μένει κανείς εμβρόντητος, επειδή, ως υποστήριξη της θέσης σας για το «Μυστήριο της Εξομο­λόγησης» φέρνετε ένα και μοναδικό χωρίο της Καινής Διαθήκης, το Ιω. κ', 23, 20. το οποίο θα πρέπει να γνωρίζετε ότι είναι πλατιά αμφισβητούμενο με την έννοια που εσείς του αποδίδετε!
21. Γράφετε για το χωρίο αυτό: «Εδώ, λοιπόν, βλέπομε, ότι ο Κύριος Ιησούς Χριστός, αμέσως μετά την ανάστασή Του, εμφυσά, για να μεταδώσει, έτσι, στους έκπληκτους Μαθητές το Άγιον Πνεύμα, φανερά μεν για να τους εξοπλίσει με την υπερφυσικήν ικανότητα και αγιοπνευματική δύναμη να λάβουν, προφανώς δε και για να ασκούν αυτήν την εξουσίαν άφεσης αμαρτιών» (σελ. 25).
22. Άραγε, δεν θάπρεπε να γνωρίζετε, κ. Βασιλειάδη ότι, η ερμηνεία που εσείς αποδίδετε στο χωρίο αυτό, είναι, όπως προαναφέρθηκε, πλατιά αμφισβητούμενη; Επειδή, με την ερμηνεία αυτή και, επομένως, και μαζί σας, δεν συμφωνούν ούτε οι πατέρες της εκκλησίας ούτε οι ειδικοί των αρχαίων κειμένων ούτε ολόκληρη η γραπτή ιστορική μαρτυρία της εκκλησίας, ακόμα δε ούτε και οι ειδικοί της Καθο­λικής Εκκλησίας, η οποία, ως γνωστόν, και εκείνη, δέχεται το «Μυστήριο της Εξομολόγησης; Μαζί σας, λοιπόν, διαφωνεί το μεγάλο πλήθος των ιστορικών μαρτυριών. Έπειτα δε απ αυτό, διερωτάται κανείς, μήπως, τελικά, εσείς είστε, κ. Βασιλειάδη, μαζί με κάποιους άλλους, που βρίσκεστε σε «μοναξιά», για να χρησι­μοποιήσω τον τίτλο του εν λόγω άρθρου σας επειδή είστε εσείς που δεν συμφω­νείτε με τους πολλούς στην ερμηνεία που κάνετε στο πιο πάνω χωρίο;
23. Και όχι μόνον αυτό, αλλά δεν λέτε ακόμα ούτε πως σχολιάζει το ίδιο αυτό χωρίο και ο Ορθόδοξος πανεπιστημιακός καθηγητής Τρεμπέλας, τον οποίον και μνημονεύετε στο άρθρο σας με ιδιαίτερη εκτίμηση. Ο Τρεμπέλας, όμως, υποστηρί­ζει, τα ακριβώς αντίθετα από σας, όταν ερμηνεύει το ίδιο ως άνω χωρίο που προσκομίσατε για να στηρίξετε τις θέσεις σας, σε σχέση με τη «μυστηριακή εξομο­λόγηση». Λέει ο Τρεμπέλας: «Αλλ' οι δυνάμεις του Πνεύματος εδόθησαν εις πάντας τους τότε παρόντας (g), εις άπασαν την εκκλησίαν » ( Υπόμν. εις το Κ. Ιωάννην Ευαγγέλιον, σελ. 707).
24. Θα γνωρίζετε, ασφαλώς, και το ότι, στο ίδιο σημείο, ο Τρεμπέλας παραθέ­τει και γνώμες πατέρων. Ας ακούσουμε μία εξ αυτών, του Κυρίλλου Αλεξάνδρει­ας (376444 μΧ), ο οποίος και λέει σχετικά με την άφεση των αμαρτιών: «αφιάσι γε μην αμαρτίας ήτοι κατέχουσιν οι πνευματοφόροι κατά δυο τρόπους κατά γε διάνοιαν εμήν. Η γαρ καλούσιν επί το βάπτισμα τους οις αν ήδη και τούτου τυχείν ωφείλετο δια την του βίου σεμνότητα και το δεδοκιμασμένον εις πίστιν, η διακωλύουσί τινας και της θείας χάριτος εξείργουσιν έτι ούπω τέως γεγονότας αξίους, η και καθ' έτερον τρόπον αφιάσι τε και κρατούσιν αμαρτίας, επιτιμώντες μεν αμαρτάνουσι τοις της εκκλησίας τέκνοις, μετανοούσι δε συγγινώσκοντες. καθάπερ αμέλει και Παύλος τον εν Κορίνθω πορνεύσαντα» (τα έντονα γράμ.δικά μου).
Η πιο πάνω θέση του Κυρίλλου Αλεξάνδρειας σας δίνει, κ. Βασιλειάδη, και την απάντηση, στο πως, δηλαδή, ένας ακόμα από τους μεγάλους πατέρες της εκκλη­σίας ερμηνεύει το εν λόγω χωρίο που προσκομίσατε, και ο οποίος, μάλιστα, βρίσκε­ται στα μέσα του 5ου αιώνα μΧ.
25. Επειδή, όπως είπα και στην αρχή, θα είμαι σχετικά σύντομος, δεν θα επεκταθώ σε πάρα πολλά, δεδομένου ότι, στο δίτομο βιβλίο μου μπορεί κάθε ανα­γνώστης να βρει πλουσιότατες σχετικές πληροφορίες και απαντήσεις, με βάση τις πολλαπλές μαρτυρίες από αδιάσειστες και γνήσιες πηγές. Θα ήθελα, πάντως, πριν κλείσω, να μου επιτρέψετε, κ. Βασιλειάδη, να σας θέσω ορισμένα από τα πολλά ερωτήματα, που έχουν άμεση σχέση με όσα γράφετε στο πιο πάνω μακροσκελές άρθρο σας.
26. Συχνά μιλάτε για το «Μυστήριο της Εξομολόγησης». Μπορείτε, όμως, να στηρίξετε με τεκμηριωμένα, βέβαια, στοιχεία, και όχι με τις γενικότητες ή τους αφορισμούς που χρησιμοποιείτε στο πιο πάνω άρθρο σας δηλαδή, το πότε έκανε την εμφάνισή του μέσα στον ιστορικό χώρο το εν λόγω «Μυστήριο»;
27. Μιλάτε, επίσης, και για «ιερείς» και για «εξομολόγους ιερείς», που, καθυμάς, με βάση το «Μυστήριο της Εξομολόγησης», για το οποίο λέτε ότι είναι, «θεοΐδρυτο και θεοσύστατο», (σελ. 1) έδιναν την άφεση των αμαρτιών. Εάν έτσι είχαν τα πράγματα, θα πρέπει, τότε, οι ιερείς να υπήρχαν από την εποχή του Χριστού και βέβαια, τον πρώτο Χριστιανικό αιώνα, δοθέντος ότι, η «ιερατική» εξομολόγηση πως αλλιώς θα ήταν δυνατόν να λαβαίνει χώρα, χωρίς ιερείς; Μπορείτε, λοιπόν,να τεκμηριώσετε το πότε πρωτοεμφανίστηκαν οι ιερείς;
28. Στο υποστηριζόμενο από σας «Μυστήριο της Εξομολόγησης» κάνετε, επίσης λόγο και για τους συνεχιστές-εξομολογητές αυτού του «Μυστηρίου», τους «διαδό­χους» των Αποστόλων. Επειδή, όμως, η Ιστορία έχει τη δική της καθαρή φωνή μπορείτε, άραγε, να δώσετε πειστικά στοιχεία, ότι, υπήρξαν ή υπάρχουν αυτοί οι «διάδοχοι» των Αποστόλων; Συνεπώς, θα μπορείτε και να κατονομάσετε συγκεκρι­μένα πρόσωπα (ονόματα από βεβαιωμένες πηγές) είτε μέσα από την Καινή Διαθή­κη είτε μέσα από την ιστορία της εκκλησίας των πρώτων αιώνων, τα οποία έδιναν άφεση αμαρτιών και χρησιμοποιούσαν τη «διαδοχή». Έχετε αυτά τα στοιχεία;
Περιττό να σας υπενθυμίσω ότι στο βιβλίο μου (τόμ. Β', σελ. 1037 έως 1075) βρίθουν τα σίγουρα στοιχεία, αλλά για το ακριβώς αντίθετο.
29. Και μη κάνετε το λάθος και αναφερθείτε στον επί μετανοίας πρεσβύτερο, ο οποίος, θα γνωρίζετε ότι, καθώς με ανθρώπινη απόφαση εγκαταστάθηκε, το ίδιο και με ανθρώπινη απόφαση, ύστερα από λίγο καιρό, πάλι αποσύρθηκε ♦ θα πρέπει δε να γνωρίζετε ακόμα ότι, για το μικρό αυτό χρονικό διάστημα, το φαινόμενο του επί μετανοίας πρεσβυτέρου δεν είχε γενικευθεί ούτε μέσα στην Ορθόδοξη Εκκλη­σία, από την οποία και είχε ξεπηδήσει.
30. Ας θυμηθούμε δε τι μας είπε προ ολίγου και ο Κύριλλος Αλεξάνδρειας, αν το προσέξατε  δεν γνώριζε ο ίδιος κάτι περί «θεοσύστατου» θεσμού «ιερατικής» ή «μυστηριακής εξομολόγησης», και μας είπε ότι, για τον ίδιον, υπήρχαν στην εποχή του δύο τρόποι άφεσης αμαρτιών, αλλά ανάμεσα σ αυτούς, πάντως, δεν υπάρχει ο «θεοΐδρυτος και θεοσύστατος» που εσείς υποστηρίζετε. Κι αυτά, τα όσα λέει, είναι η προσωπική του γνώμη, κάτι που, μάλιστα, το υπογραμμίζει, όπως είδαμε πιο πάνω, με τα λόγια: «κατά γε διάνοιαν εμήν». Αν τα πράγματα ήσαν διαφορετικά, θα έλεγε αυτό που υποστηρίζετε εσείς, κ. Βασιλειάδη, δηλαδή, «ότι: ο Κύριος πράγματι εχορήγησεν σε κάποιους ανθρώπους ... την όντως θεϊκήν εξουσίαν άφεσης αμαρτιών»(σελ. 25). Αλλά, φαίνεται, ότι, ο Κύριλλος, με όσα λέει, δεν συμφωνεί μαζί σας, οπότε τρία τινά θα πρέπει να συμβαίνουν: Ή ο Κύριλλος δεν γνώριζε τα πράγματα ή δεν ήξερε τι γινόταν στην εποχή του ή τέτοια μορφή εξου­σίας δεν υπήρχε μέσα στον 5ο αιώνα, την εποχή, δηλαδή, που ζούσε.
31. Μήπως, άραγε, θα μπορούσατε ακόμα να πείτε, σε ποια εποχή εμφανίστη­κε η «ιερατική εξομολόγηση» και σε ποια εποχή η κατοπινή μορφή της, ως «μυστηριακή εξομολόγηση»;
32. Και κάτι ακόμα, αρκετά σοβαρό: Όταν, κ. Βασιλειάδη, αναφέρεστε στα λόγια του Κυρίου «αν τίνων αφήτε τας αμαρτίας... αν τίνων κρατήτε» (π.χ. σελ. 25) και λέτε ότι αφορούν το «Μυστήριο της Εξομολόγησης», κατ ουσίαν, κάνετε λόγο μονάχα για το πρώτο σκέλος αυτών των λόγων του Χριστού, δηλαδή, για το «αν τίνων αφήτε». Γιατί, όμως, δεν κάνετε κανέναν λόγο και για το δεύτερο σκέλος, το οποίο είναι φανερό ότι κι αυτό είναι ισοδύναμο μέρος του ίδιου χωρίου των ίδιων λόγων του Κυρίου; Με άλλα λόγια, δεν κάνετε λόγο και για το δεύτερο σκέλος, για το «αν τίνων κρατήτε», που ανήκει, όπως προαναφέρθηκε, στο ίδιο χωρίο των ίδιων λόγων του Κυρίου. Τι συμβαίνει, λοιπόν, εδώ ποια εξήγηση έχετε να δώσετε εν προκειμένω; Δηλαδή, μόνον το πρώτο σκέλος αυτών των λόγων του Χριστού αφορά το «Μυστήριο», ενώ το δεύτερο όχι;
33. Μη παρασυρθείτε και απαντήσετε ότι το δεύτερο αυτό σκέλος έχει σχέση, γενικά, με το «ανάθεμα»! Υπάρχουν πολλά στοιχεία που πολύ εύκολα ανατρέπουν μια τέτοια θέση, ένα δε από αυτά είναι και το ότι, σήμερα, οι ιερείς δεν είναι σε θέση και δεν μπορούν ούτε καν να το αγγίξουν αυτό το δεύτερο σκέλος των λόγων του Κυρίου.
Όσο δε για να το εφαρμόσουν;... ούτε λόγος δεν μπορεί να γίνει.
Βλέπουμε, συνεπώς, ότι, ενώ με μεγάλη ευκολία και ελευθερία οι ιερείς ενερ­γοποιούν το πρώτο σκέλος  εντούτοις, όμως, σε σχέση με το δεύτερο σκέλος του χωρίου αυτού, οι Ορθόδοξοι ιερείς δεν είναι σε θέση να κάνουν κάτι, για τον λόγο ότι, καθώς θα γνωρίζετε, υπάρχει γι' αυτούς ανυπέρβλητη δυσκολία.
Και τούτο, επειδή, για να ενεργοποιηθεί το δεύτερο αυτό σκέλος, δηλαδή, το «αν τίνων κρατήτε», δεν είναι καθόλου μια απλή και εύκολη υπόθεση, μια που (και όταν σπάνια και κατ' εξαίρεση γίνει), πρέπει να γίνει, όπως θα γνωρίζετε, έπειτα και αποκλειστικά με άδεια της πολιτείας!
Εδώ, κ. Βασιλειάδη, έχετε ένα δείγμα ότι, μονάχα το 50% των λόγων του Κυρί­ου, του «δεσμείν και λύειν», όπως αλλιώς συνηθίζεται να λέγεται, μπορεί να ασκή­σει η Ορθόδοξη Εκκλησία, ενώ το υπόλοιπο 50% ανήκει, όχι στους ιερείς, αλλά στον Καίσαρα, στην κοσμική εξουσία. Και μη ξεχνάτε ότι, υπάρχει και πρόσφατο παράδειγμα στην Ιστορία, όταν, στη γειτονική μας χώρα, την Αλβανία, η κρατική εξουσία είχε επιβάλει την κατάργηση όχι μονάχα του δεύτερου, αλλά και του πρώτου σκέλους την ολοκληρωτική, δηλαδή, κατάργηση του «Μυστηρίου της Εξομολόγησης», αυτού του «θείου» θεσμού, όπως υποστηρίζετε, και μάλιστα για 50 ολόκληρα χρόνια!
34. Τι έχετε να πείτε γι' αυτό; Είναι δυνατόν, άραγε, ένας «θεοσύστατος» θεσμός, να εξαρτά την εφαρμογή του από την κρατική εξουσία;
Βλέπετε, λοιπόν, κ. Βασιλειάδη, ότι, το ένα και μοναδικό, όσο και κεντρικό χωρίο που προσκομίσατε, και που, κατά τη γνώμη σας, αφορά (α) την άφεση («αν τίνων αφήτε») και (β) τη μη άφεση («αν τίνων κρατήτε») αμαρτιών, πάσχει σοβα­ρά με την ερμηνεία που του αποδίδετε. Ο Θεός όπως εσείς Τον παρουσιάζετε εδώ που λέτε να έχει δώσει αυτή την εξουσία, (σελ. 25), η οποία, όμως, δεν μπορεί να εφαρμοστεί, μια που είτε εξ ολοκλήρου είτε κατά το ήμισυ είναι δέσμια του Καίσαρα! Αλλά, θα μου επιτρέψετε να σας ρωτήσω: Κάνει τέτοια, μισά και αδύνα­μα, πράγματα ο Θεός της Βίβλου; Μήπως, κ. Βασιλειάδη, πρέπει να επανεξετάσε­τε τις θέσεις σας;
35. Θα μπορούσε, βέβαια, να αραδιάσει κανείς και πάρα πολλά ακόμη ερωτή­ματα, όπως π.χ. το «κλήρος και λαός» που αναφέρετε στη σελ. 10. Αλήθεια, μπορεί­τε, μήπως, και εδώ να πείτε αλλά με θεμελιωμένα στοιχεία αν ο διαχωρισμός αυτός, «κλήρου και λαού, είναι παραγγελία του Κυρίου, θεσμός της Καινής Διαθή­κης ή, μήπως, εμφανίστηκε πολύ αργότερα, και έγινε από ανθρώπους, και πότε;
36. Τα παραπάνω, νομίζω, αρκούν. Εντούτοις, υπάρχει και ένα ακόμα ερώτη­μα, που με δυσκόλεψε αρκετά, αν θα έπρεπε να σας το θέσω, κ. Βασιλειάδη. επει­δή αφορά το γνωστό βιβλίο του αρχιμανδρίτη Επιφανίου Θεοδωροπούλου, για το οποίο και έχω γράψει το δίτομο βιβλίο μου. Η δυσκολία μου προέρχεται από το γεγονός, μη τυχόν και, άθελά μου, σας πικράνω, δεδομένου ότι είχατε, όπως γράφετε, στενή σχέση μαζί του, ήταν «ο πνευματικός» σας.
Όμως, θεωρώ το ερώτημα αυτό τόσο πολύ σημαντικό και καίριο, που πρέπει να το θέσω, ώστε να έχω μιαν απάντησή σας. Ακούστε κ. Βασιλειάδη, αυτό το τελευταίο μου ερώτημα: Είναι γνωστό (κι εσείς, βέβαια, δεν το αγνοείτε, μια που διαβάσατε το βιβλίο μου) ότι, ο συγγραφέας Επιφάνιος Θεοδωρόπουλος έκανε πολλές αλχημείες και «εγχειρητικές» επεμβάσεις στα πατερικά κείμενα, προκει­μένου να τα φέρει στα μέτρα του, ώστε να τα κάνει να μιλήσουν, όπως εκείνος ήθελε γι αυτό και τα αλλοίωσε. Από ορισμένα, ψαλλιδίζοντάς τα, αφαίρεσε τμήματά τους, από άλλα, μετά το ψαλλίδισμά τους, με προκρούστειες μεθόδους, τα συνέρραψε, για να ατελέσουν «ένα σώμα», αλλά παράταιρο και παραμορφωμένο. Τις «εγχειρήσεις» του δε αυτές επάνω στα «πατερικά» κείμενα, που έκανε εν κρύπτω, τις απέκρυψε και δεν είπε τίποτε, αλλά παρουσίασε τα πατερικά εκείνα κείμενα μέσα στο βιβλίο του, με τέτοιον τρόπο, ώστε να νομίζουν οι αναγνώστες του ότι, αυτά, τα αλλοιωμένα και παραμορφωμένα πατερικά κείμενα, ήσαν τάχα γνήσια. Όμως, δυστυχώς, δεν ήσαν γνήσια, επειδή είχε μπει μέσα τους βαθιά το μαχαίρι της μεταποίησής τους. Το «γιατί», είναι φανερό: Ο συγγραφέας αυτός ήθελε καλά και σώνει τα πατερικά κείμενα «να μιλούν και να λένε» ό,τι αυτός ο ίδιος επιθυμούσε σχετικά με τον θεσμό της «ιερατικής εξομολόγησης» μια που τον ήθελε να είναι «θεοσύστατος»! Να, όμως, που οι πατέρες λένε ακριβώς το αντίθετο.
37. Και όπως προανέφερα, κ. Βασιλειάδη, όλα αυτά τα παραπάνω, τα γνωρί­ζετε πολύ καλά, επειδή καταγράφονται λεπτομερώς μέσα στο βιβλίο μου. Και το ερώτημα εν προκειμένω είναι, γιατί εσείς δεν πήρατε θέση σε όλα αυτά, ώστε να τα καταδικάσετε;
Κρίμα, πολύ κρίμα. Αλλά, και χίλιες φορές ακόμα κρίμα επειδή, εξακολουθεί­τε, ακόμα και σήμερα, αντί επίκρισης, να αποδίδετε επαίνους στον πιο πάνω συγγραφέα! Κοιτάξτε τι γράφετε στο άρθρο σας: «... ο μακαριστός αρχιμανδρίτης πατήρ Επιφάνιος Θεοδωρόπουλος. σε βιβλίον του με τίτλον: "Έχει η Εκκλησία Εξουσίαν αφέσεως αμαρτιών;". Αθήναι 1958. όπου κυριολεκτικά "ξετίναξεν" τον Κ. Μεταλληνόν και τον παρέδωσε γυμνόν παντός επιχειρήματος κλπ» (σελ. 3). Αλλά, κ. Βασιλειάδη, και αν ακόμα ο ισχυρισμός σας αυτός έστεκε που, βέβαια, σας είναι γνωστό ότι, καθόλου δεν στέκει και τότε πάλι θάπρεπε να εκφράζεστε συγκρατημένα, επειδή, το γνωρίζετε πολύ καλά κι εσείς κι εγώ και πολλοί άλλοι ότι, επάνω στα πατερικά κείμενα ο Επιφάνιος Θεοδωρόπουλος εργάστηκε με αλχημείες. Επομένως, θα ήταν φρονιμότερο, να είστε και πιο συγκρατημένος και πιο προσεκτικός.
Να ρωτήσω για άλλη μια φορά: Εσείς. κ. Βασιλειάδη, δεν θα έπρεπε κάποια στιγμή να πάρετε την πρέπουσα θέση και να πείτε κάτι να πείτε την αλήθεια τουλάχιστον για τον προ αναφερθέντα σφαγιασμό και της σκόπιμης αλλοίωσης των πατερικών κειμένων;
Θέλω να ελπίζω ότι, αντιλαμβάνεστε το τεράστιο ηθικό αυτό θέμα που υφίστα­ται εδώ. Επειδή, με τον τρόπο αυτό, όχι μονάχα εξαπατήθηκαν πάρα πολλές ευσε­βείς ψυχές αναγνωστών και μέχρι σήμερα εξακολουθούν να εξαπατώνται με προφανές αποτέλεσμα να διακυβεύεται το αιώνιο μέλλον της ψυχής τους μπροστά στον Θεό, αλλά και, γενικότερα, με τη σιωπή σας αυτή, ο λαός μας να εξακολου­θεί να παραμένει μέσα σε βαθύ πνευματικό σκοτάδι.
Αξιότιμε κ. Βασιλειάδη,
Αν στα πιο πάνω ερωτήματα εσείς δώσετε τις σωστές απαντήσεις, ο Κύριος θα σας το λογαριάσει. Όχι, βέβαια, για να αποδοθεί δικαιοσύνη σε άνθρωπο ή σε ανθρώπινες τοποθετήσεις, αλλά, για δύο σοβαρότατους λόγους: Αφενός μεν, επει­δή ο ζωντανός Θεός αρέσκεται στην ευθύτητα, όπως θα πει ο προφήτης. «Γνωρί­ζω, Θεέ μου, ότι εσύ είσαι που δοκιμάζεις την καρδιά, και αρέσκεσαι στην ευθύτη­τα» (Α' Χρονικών29/17. ΝΜΒάμβα), αλλά, και αφετέρου, θα αποβεί ευεργετικό και σωτήριο, για το καλό των πολύτιμων ψυχών των γύρω συνανθρώπων μας.
Με Χριστιανικούς χαιρετισμούς
Σπύρος Φίλος
.... .... .... 
Εφόσον, κ. Βασιλειάδη, κρατήσετε την υπόσχεσή σας και δημοσιεύσετε την παρούσα απάντησή μου, παρακαλώ, να τη δημοσιεύσετε αυτούσια, καθώς είναι, όπως, εξάλλου, επιτάσσει, όχι μόνον η δεοντολογία, αλλά, προπαντός, ο Χριστιανικός σεβασμός απέναντι στην ελευθερία έκφρασης της γνώμης των άλλων, χωρίς παρεμβολές άλλων κειμένων, σχολίων ή παρατηρήσεων. Τα σχόλια είναι, ασφαλώς, και θεμιτά και καλοδεχούμένα, αλλά, βέβαια, εκτός του πιο πάνω κειμένου.

Ανταπάντηση στον κ. Σπ. Φίλο
1.Στις 32 μεγάλες σελίδες τού φυλλαδίου (τεύχος 37) ασχολούμαι όντως, "αποκλειστικά και μόνον με το δίτομον βιβλίο" σας, διότι αφενός προσπαθούμε εδώ στην Ενορίαν το κάθε τεύχος να περιλαμβάνη μίαν μόνον κατά το δυνατόν ολοκληρωμένη μελέτη για ένα μεγάλο θέμα και διότι άφ ετέρου, όπως καταλαβαί­νετε, το μεν δικό σας έργον ανέρχεται σε 1256 σελίδες (εκτός τους πίνακες και τα ευρετήρια), το δε άρθρον μας εις 32 μόλις σελίδες με την προοπτικήν βέβαια να αφιερώσουμε και σειράν επομένων τευχών μας στο έργον σας καθώς και στο ευρύτερο θέμα της Εξομολόγησης, βασικόν δια τον ορθόδοξον χριστιανόν.
2.Η δε αξίωσή μου, εξάλλου, να απαντήσετε στο άρθρο δεν πρέπει να σας ξενίζη, βασίζεται στην προϋπόθεση ότι θα θέλετε να διευκρινισθούν τα ζητήματα και να φωτισθούν οι διαφορές μας. Κι' αυτό βέβαια γίνεται με τον διάλογον, με μία δηλαδή απάντηση εκ μέρους σας.
3.Δεν υποσχεθήκαμε μίαν "απολύτως δημοσίευση" της απάντησής σας, αλλά μίαν "υπό όρους τοιαυτήν". Ξαναδιαβάστε το τέλος τού άρθρου μου και θα δήτε τους σχετικούς όρους. Ότι όμως παρά την παρασπονδίαν σας, της ασχετολόγου δηλαδή απαντήσεως εκ μέρους σας, εγώ, παρά ταύτα την δημοσιεύω, αυτό δείχνει μόνον τα δικά μου δημοκρατικά, ευγενή και χριστιανικά αισθήματα και τις δικές μου φιλελεύθερες αρχές και ουδέν επί πλέον.
Δηλαδή και αυτό το γεγονός, όπως διεξοδικότερον θα δούμεν, ουδόλως σας τιμά, κ. Σπ. Φίλε.
4. Τού προσώπου, το οποίον απέστειλεν στον κ. Σπ. Φίλον το άρθρο μου, εγώ του προμήθευσα το φυλλάδιο με την σχετικήν παράκληση να φροντίση ευγενώς να επιδώση το τεύχος εις τον κ. Σπ. Φίλον. Επομένως το σχετικόν παράπονον τού κ. Σπ. Φίλου είναι αβάσιμο, δια τον λόγον ότι ακριβώς προέβλεψα και εφρόντισα περί τούτου.
5.Μεγάλη ήταν η έκπληξη μου, όταν έλαβα την "απάντηση" τού κ. Σπ. Φίλου. Οι αξιώσεις του, που είναι διακριτές στο βιβλίο του, οι τίτλοι του (πτυχία, γλωσσο­μάθεια, κλ.π.) η υψηλή θέση του ως διευθυντού στο Υπουργείον Εξωτερικών, γενι­κότερα η περιτρέχουσα φήμη του, μου είχε δημιουργήσει την εντύπωση ανθρώπου-μαχητού, ο οποίος τουλάχιστον για να μη αδική εαυτόν, θα θέλη να δίνη, αν μη τι άλλο, πάντως την εικόνα άνθρωπου σοβαρού. Όμως, η "απάντησή" του στο άρθρο μου με απεγοήτευσε. Δεν κράτησεν ούτε τα προσχήματα προσπάθειας για σοβαρή απάντηση, ή και για απλήν απάντηση επί της εξετασθείσης στο άρθρο μου ύλης, όπως θα διαπιστώση και ο αναγνώστης. Τι κρίμα ! Και ετοίμαζα και το δεύτερον άρθρο μου και έκανα το σκαρίφημα και τού τρίτου, προκειμένου με σειράν άρθρων μου να καλύψω όλην την ύλην περί Εξομολογήσεως τού δίτομου έργου τού κ. Σπ. Φίλου. Δεν περίμενα, λοιπόν, να παραδώση τόσο άνανδρα τα όπλα ο κ. Σπ. Φίλος. Και για να μη νομίση κάποιος ότι υπερβάλλω, ή και ότι κάπως αδικώ τον κύριον αυτόν, πρέπει να σημειώσω τα εξής: Χωρίς να έχη απαντήσει ο κ. Σπ. Φίλος σε κανένα από τα ερωτηματικά, προβλήματα, συλλογισμούς, επιχειρήματα των 32 σελίδων μου σε κανένα δεν απάντησεν, ούτε σε ένα για δείγμα, ακούστε πως προσπαθεί να ξεφύγει τον σκόπελον, ο "ερευνητής αυτός της αλήθειας".
Γράφει: "Υπάρχουν ερωτήματα στο ως άνω άρθρον σας, τα οποία δεν χρήζουν απάντησης, για τον λόγον ότι έχουν πολλαπλά απαντηθή και μάλιστα με σοβαρά και αδιάσειστα στοιχεία στο προαναφερθέν βιβλίο μου, το οποίο έχετε θέσει υπό εξέταση στο εν λόγω άρθρον σας".
Ούτε σε ένα ερώτημά μου δεν απαντάτε, κ. Σπ. Φίλε. Ποια ερωτήματά μου και πού, σε ποια σελίδα τού βιβλίου σας έχουν απαντηθή. Κανένα και πουθενά. Αν είχατε δώσει απαντήσεις θα τις λέγατε έστω και ξανά ή θα δίνατε τουλάχιστον την σελίδα όπου βρίσκονται. Δεν το κάνατε όμως !
Δηλαδή, αγαπητέ αναγνώστα μου, ο ερευνητής αυτός της αλήθειας, κοντολογής δεν ενδιαφέρεται για την ίδιαν την αλήθειαν εν προκειμένω. και επί πλέον μας το ξεκόβει ορθά-κοφτά, μας κλείνει κατάμουτρα την πόρτα, σε μας που τολμήσαμε να τον αμφισβητήσουμεν και απαξιώνοντας να απαντήση σε συγκεκριμένα και ειδικά επιχειρήματά μας, μας παραπέμπει απροσώπως και αορίστως και γενικώς στις 1256 σελίδες τού βιβλίου του. Έτσι, λοιπόν, "απαντά" στο άρθρον μας, έτσι ερευνά την αλήθειαν και προάγει την γνώση και την διαδίδει ; Ώστε αυτός, λοιπόν ήταν ο περίφημος κ. Σπ. Φίλος, ο βαρύγδουπος ;
6.Με αδικεί ο κ. Σπ. Φίλος λέγοντας ότι "βάζω στο στόμα του λόγια, που δεν εξέφρασε". Και όχι μόνο με αδικεί, αλλά και πλαστογραφεί το γραπτό μου στην επιστολή του.
Δηλαδή, ενώ τα λόγια αυτά τού άρθρου μου δεν ευρίσκονται εντός εισαγωγικών, ο κ. Σπ. Φίλος στην επιστολή του διαπράττει το ολίσθημα, ας το πούμε έτσι επιεικώς, να θέση τα λόγια αυτά που τού αποδίδω, εντός εισαγωγικών, σαν να επρόκειτο για κατά γράμμα και για κατά λέξη λόγια. Εγώ όμως με όσα έγραψα απέδιδα όχι βέβαια τα λόγια κατά λέξη και κατά γράμμα, άλλ' ακριβέστατα την έννοιαν και την ουσίαν τους, την οποίαν και φοβείται και τρέμει ο κ. Σπ. Φίλος και δεν τολμά να διατυπώση, ενώ και την εννοεί και την αφίνει διάχυτη να εννοηθή.
7.Ως προς δε την ουσίαν του πράγματος, ο κ. Σπ. Φίλος όχι απλά εξεστόμισεν την φράση "ο παμπόνηρος κύριος Επιφάνιος", η οποία στο κάτω κάτω θα μπορούσε να σημαίνη επί το άπλούστερον: ο "τετραπέρατος", ο "πανέξυπνος", ο "οξυνούστατος" κ.λπ., αλλά ο κ. Σπ. Φίλος εξεστόμισε κάτι ποιοτικώς φοβερά κακόν, ή, μάλλον εξεστόμισεν το χείριστον. Έτσι π.χ. απέδωσεν στον π. Επιφάνιο πράξεις δόλιες και προθέσεις εξαπάτησης τού ελληνικού κοινού. Δηλαδή τον μετεχειρίσθη "ως κοινόν απατεώνα" ο αναγεννημένος χριστιανός κ. Σπ. Φίλος! Αλλά, μήπως λέγω ψέμματα ; Ο αναγνώστης δεν έχει παρά να δη τι γράφει ο νάνος πνευματικά κ. Σπ. Φίλος δια τον πνευματικόν γίγαντα π. Επιφάνιον στην παρα­κάτω σημείωσή μας 36.
8.Να μη λυπήσθε τόσον αθώα και παρθενικά για μένα. κ. Σπ. Φίλε, διότι, ό,τι υπέστητε εκ μέρους μου δικαίως και αληθώς, ετολμήσατε και το επράξατε πρώτος εσείς κατά τού αγίου εκείνου ανδρός, του μακαριστού π. Επιφανίου Θεοδωροπούλου, απρόκλητα. Όσα δε φοβερά και ανήκουστα εκστομίσατε εναντίον του αδίκως και συκοφαντικώς. μπορεί να τα δη ο αναγνώστης στην σημείωση 36. Εκεί θαυμάζει κανείς για ποια πράγματα είσθε ικανός, κ. Σπ. Φίλε. αλλά και ποιες πλεκτάνες και συκοφαντίες εξυφάνατε κατά τού "Δικαίου τούτου". "Το αίμα αυτού έφ' υμάς" και επί τα τέκνα υμών, κ. Σπ. Φίλε. Καλώς, λοιπόν, υποθέτετε και συμφωνώ, ότι "εκείνοι που πετούν λάσπη σε άλλους, μένουν με λερωμένα τα χέρια τους", όπως και καλώς η οργή τού Υψίστου εξέσπασεν ήδη κατά της κεφαλής σας, όπως θα διαπιστώνετε από εδώ και πέρα συνεχώς.
9.Άκουσε, αναγνώστα μου, τι συμβαίνει με τον κ. Σπ. Φίλο. Επειδή ο κ. Σπ. Φίλος πιστεύει ότι οι διδασκαλίες του δεν αντέχουν στο φως της αλήθειας, της Αγίας Γραφής, της ιστορίας και της λογικής, τις αποκρύβει και τις αποσιωπά και αποφεύγει πάση θυσία να τις διατύπωση, θέλει να τις δείξη, χωρίς να τις διατυ­πώση. Η διατύπωση είναι για τον κ. Σπ. Φίλον, ό,τι το λιβάνι για τον διάβολον. Γι' αυτόν τον λόγον, όταν οι άλλοι διατυπώνουν στον κ. Σπ. Φίλο την δικήν του διδασκαλίαν περί Εξομολογήσεως, τότε αυτός ερεθίζεται, φωνάζει:"Αίσχος, ανέντιμον, μη χριστιανικόν! Μού βάζετε στο στόμα λέξεις που δεν πρόφερα. Μού αποδί­δετε πράγματα που δεν είπα".
Και βέβαια κατά την δικήν του λογικήν έχει δίκαιον, γιατί αυτά δεν τα είπε έτσι, είτε επειδή προτιμάει να κρύβη τις διδασκαλίες του, είτε και πιθανόν ο άνθρωπος δεν έχει και την ικανότητα να διατυπώνη γενικές, θεωρητικές ή και αφηρημένες σκέψεις και απόψεις. Γι' αυτό ακριβώς και αναγκαζόμεθα εμείς πρώτον να ανακαλύψωμεν και να αποκαλύψωμεν πίσω από μισόλογα τι παραδέχεται ο κ. Σπ. Φίλος σαν θεωρία για την Εξομολόγηση είτε με όσες μισοκουβέντες λέγει είτε και με όσα δεν λέγει, αλλά αποκρύπτει και αποσιωπά γύρω άπ' την Εξομολόγηση. Μόνον έτσι θα μπορέση να σχηματίση ο αναγνώστης ακριβή εικόνα για τις τερατώδεις απόψεις του κ. Σπ. Φίλου για την Εξομολόγηση. Να γιατί ο κ. Σπ. Φίλος φωνάζει, κραυ­γάζει και κλαυθμηρίζει σαν δαρμένο παιδί και παραπονείται ότι τού αποδίδουν πράγματα και απόψεις που δεν είπε, που δεν υποστήριξε και όχι απόψεις που δεν έχει και δεν αποδέχεται ή δεν ενστερνίζεται.
10.Ίσως εν τινι σημείω έχει δίκαιον ο κ. Σπ. Φίλος, μόνον όμως ως προς το ότι δίδω εις το άρθρον εκείνο ενίοτε μορφήν διαλόγου, όπου την θεωρώ πρόσφορην, για να ζωηρέψη ο λόγος. Σχετικά, τώρα με την σελίδα 21 του άρθρου μου και τα εκεί εναρκτικά εισαγωγικά, αν πρόσεχεν ολίγον ο κ. Σπ. Φίλος θα παρατηρούσε ότι μπροστά άπ' τα λόγια του έβαλα παύλα, που σημαίνει ότι τα υπάρχοντα εκεί εισαγωγικά είναι λάθος της πληκτρολόγησης και για τον λόγο ότι ανοίγουν μεν αλλά δεν κλείνουν, όπως, βέβαια, δεν θα συνέβαινεν εάν υπήρχεν πράγματι η πρόθεση για τοποθέτηση εισαγωγικών, και δεν υπήρχεν ακριβώς λάθος της πληκτρολόγησης.
11.Παραπονείσθε ότι δεν δίδω τις σχετικές σελίδες του βιβλίου σας, για όσα σας καταμαρτυρώ: Αλλά, θα μπορούσατε εσείς τουλάχιστον, αφού εγώ σας αδικώ αποδίδοντάς σας απόψεις, που εσείς δεν δέχεσθε, να απαντήσετε ευθέως και να πήτε π.χ. την τάδε διδασκαλίαν περί Εξομολογήσεως. που μου αποδίδετε, κ. Βασι­λειάδη, εγώ δεν την δέχομαι, την απορρίπτω, δεν την δίδαξα ποτέ, κακώς δε ή και κακοήθως μου την αποδίδετε. Και τότε εγώ, κ. Σπ.Φίλε, θα σας ζήταγα δημοσία συγγνώμην όχι μόνο δια του φυλλαδίου μας, άλλ' εν "Εκκλησία πληθούση και εν εκκλησιαστική τελετή". Εάν όμως, όλα όσα σάς αποδίδω, τα αποδέχεσθε όντως και τα διδάσκετε, τότε τι σημασίαν έχει αν τα είπατε αυτολεξεί ή αν τα έβαλα σε εισαγωγικά ή όχι ή, εάν εγώ σάς τα διετύπωσα, διευκολύνοντάς σας, εξ άλλου; Σάς ερωτώ και πάλιν ευθέως: Ποιες διδασκαλίες περί Εξομολογήσεως, τις οποίες όμως εσείς δεν δέχεσθε, σάς απέδωσα κακοήθως εγώ; Διότι ομολογώ, ότι σε τέτοια περί­πτωση θα ήμουν όντως κακοήθης, εάν τουλάχιστον εκ των υστέρων δεν ανεγνώριζα τυχόν τέτοιο ολίσθημά μου ...
12.Εκπλήττεσθε κ. Σπ. Φίλε. και επισημαίνετε ότι "κατακρίνω" το βιβλίο σας και λέτε ότι σάς "κακολογώ". Και εγώ μεν είμαι κακός και δεινός συκοφάντης. Εσείς όμως τί κάνατε για να υπερασπίσετε το πιστεύω σας, το βιβλίον σας, τον εαυτόν σας Εάν δεν είχαμε δίκαιον, γιατί δεν απαντήσατε κεραυνοβολώντας μας; Σάς παραχωρήσαμε μάλιστα χώρον στο φυλλάδιό μας, ακριβώς για να υπερασπιστήτε το βιβλίον σας κατά των δικών μας επιθέσεων. Ποιος άλλος, κ. Σπ. Φίλε, θα σάς έκαμε αυτήν την χάρη ; Γιατί, λοιπόν, δεν το υπερασπιστήκατε. Και τώρα γιατί κλαυθμηρίζετε σαν δαρμένο παιδί; Όσα ισχυρίζομαι, τα ισχυρίζομαι ψευδώς, ή μήπως αληθώς; Και πως στερώ άπ' τους αναγνώστες μου τη δυνατότητα να ερευνή­σουν, αφού παραχωρώ ευγενώς σε σάς το βήμα του Φυλλαδίου μας, για να παρου­σιάσετε εσείς ο ίδιος με την ιδικήν σας πένναν την απολογίαν σας; Γιατί δεν το κάνετε; Μιλάτε, επίσης, και για τον "σκοπόν του άρθρου" μου, προκειμένου δηλαδή να μου αποδώσετε προθέσεις που φαίνεται δυστυχώς ότι εσείς έχετε μέσα σας.
13.Όσο για την περίφημη "λανθασμένη παραπομπήν" στο έργο σας, πράγματι από λάθος της πληκτρολόγησης γράφτηκε 268-269 άντι για το σωστό 968-969, όπου το 9 γράφτηκε ως 2 από οπτικό λάθος. Αυτά, λοιπόν, για την παραπομπήν. Γράφε­τε όμως, κ. Σπ. Φίλε, ότι επειδή ήταν λανθασμένη η παραπομπή ήταν "σαν να μην υπάρχει". Όχι, κ. Σπ. Φίλε. Διότι εγώ δεν εσημείωσα απλώς και μόνον τον αριθμόν της σελίδας, έστω και λάθος πληκτρολογημένον. Έγραψα και για το περιεχόμενον, την ουσίαν του θέματος, ότι δηλαδή σ εκείνες τις σελίδες εσείς διδάσκετε ότι δεν υπάρχει μυστήριον εξομολόγησης, αλλά μόνον Βάπτισμα. Και ότι η λεγόμενη εξουσία άφεσης αμαρτιών δεν εφαρμόζεται σε καμιά εξομολόγηση, που είναι δηλαδή ανύπαρκτη, αλλά μόνον στο Βάπτισμα. Αυτά διδάσκετε, χωρίς και να τα αποδεικνύετε, κ. Σπ. Φίλε. αυτά σας απέδιδα, αυτά έπρεπε να αρνηθείτε, αν τα απορρίπτετε. Αλλ' εσείς φοβείσθε την αλήθειαν. Φοβείσθε κι αυτά που ο ίδιος διδάσκετε και φωνάζετε: Λάθος, η σελίδα της παραπομπής. Και καταπίνετε την ουσίαν τού ζητήματος, αποσιωπώντας ένα φανερώς δυσάρεστον για σάς θέμα. Να ασχοληθή ο κ. Σπ. Φίλος και με τη λανθασμένη παραπομπήν, άλλ' όχι να καταπίνη και την ουσίαν τού θέματος !
14.Είναι γεγονός ότι στο άρθρο μου εκείνο σκόπιμα δεν εχρησιμοποίησα ούτε ένα πατερικό κείμενο. Ούτε βέβαια θα έχη και την αξίωση ο κ. Σπ. Φίλος να μού υποδείξει με ποιόν τρόπον και με ποια όπλα θα τον πολεμήσω. Διότι, βέβαια, κάτι τέτοιο μόνον ως αστείον θα μπορούσε να το πη ο κ. Σπ. Φίλος, να υποδεικνύη στον αντίπαλό του με τι όπλα ο τελευταίος αυτός θα πολεμήση εκείνον, θα πρέπει όμως να δώσω μίαν εξήγηση χάριν των αναγνωστών μου. Η μέθοδος εργασίας μου ήταν άλλη, η εξής : Επειδή ο κ. Σπ. Φίλος, στο δίτομον βιβλίον του περιλαμβάνει δεκά­δες αποσπάσματα απτούς Πατέρες, τα οποία όμως οικτρά διαστρεβλώνει και παρερμηνεύει, σκέφθηκα, ότι μία εκ μέρους μου απάντηση στους δύο τόμους του θα απαιτούσε τουλάχιστον τεσσάρας ακόμη τόμους, εάν, δηλαδή, θα επιχειρούσα να απαντήσω σε κάθε μία διαστρέβλωση και παρερμηνεία του κ. Σπ. Φίλου χωρι­στά. Για να μη φθάσουμε, λοιπόν, στους επί το μετριοπαθέστερον τεσσάρας τόμους, έκανα κάτι άλλο, πολύ βέβαια. πιο δύσκολο και, νομίζω, φυσικά, πολύ πιο ενδιαφέρον. Διατύπωσα ακριβώς τους "λογικούς τύπους" της διδασκαλίας του κ. Σπ. Φίλου. Όπως, δηλαδή, με ένα τύπο χημικής αντίδρασης μπορούμε να κάνου­με οσεσδήποτε χημικές αντιδράσεις, όπως με τον τύπον μιας εξίσωσης μπορούμε να λύσουμε αναρίθμητες μαθηματικές εξισώσεις, έτσι και έχοντας τα λογικά καλούπια της διδασκαλίας τού κ. Σπ. Φίλου περί της Εξομολογήσεως, μπορούμε να βάλουμε μέσα σ' αυτά και να τα διανθίσουμε με εκατοντάδες αποσπάσματα από τους Πατέρες, χωρίς καμίαν επί πλέον επιβάρυνση. Και έτσι, είναι σαν να απαντάμε σε ένα-ένα από τα δεκάδες αυτά αποσπάσματα εκ των Πατέρων, που χρησιμοποιεί ο κ. Σπ. Φίλος. Αυτή ήταν η μέθοδος, με την οποίαν εργάστηκα στο εν λόγω άρθρον μου, και αυτός ο λόγος, για τον οποίο δεν χρησιμοποίησα αποσπά­σματα εκ των Πατέρων, αλλά μόνο διατύπωσα τα λογικά καλούπια της περί Εξομολογήσεως διδασκαλίαc τού κ. Σπ. Φίλου.
15.Πρώτον: δεν είδα να στηρίζεσθε και εσείς στην ΚΔ. Δεύτερον: εγώ υποστη­ρίζω την θεοπνευστίαν της ΚΔ, ή η ορθόδοξη Εκκλησία; Ή, μήπως, κι αυτό δεν το ξέρατε; Εσείς, λοιπόν, δεν δέχεσθε την θεοπνευστίαν της ΚΔ; Τι νόημα, λοιπόν, μπορεί να έχη το γραπτόν σας ;
16.Ο λόγος σας, κ. Σπ. Φίλε, γέμει χολής, δηλητηρίου και δολιότητος. Συρίζετε ως όφις. Ισχυρίζεσθε ότι "η Ορθόδοξη Εκκλησία δεν θεωρεί ως θεόπνευστα όλα τα κείμενα της Καινής Διαθήκης". Ουδέν τούτου ανακριβέστερον, αλλά και ψευδέστερον. Σάς δίνω, λοιπόν, την διαβεβαίωση, κ. Σπ. Φίλε, ότι η Ορθόδοξη Εκκλησία όχι απλά θεωρεί ως θεόπνευστα όλα τα κείμενα της Καινής Διαθήκης καθώς και την Αποκάλυψη Ιωάννου, άλλ' επί πλέον δεν θα ήταν δυνατόν να γινόταν κάτι διαφορετικόν. Και πιο συγκεκριμένα, για το βιβλίον της Αποκαλύψεως Ιωάννου, για το οποίον μάλλον θέλετε να πήτε, κ. Σπ. Φίλε, ότι η Ορθόδοξος Εκκλησία δεν το έχει δήθεν κατατάξει μεταξύ των κανονικών βιβλίων της Καινής Διαθήκης, αυτό μάλλον θα εννοήτε με όσα λέτε, σάς απαντώ ότι η ηνωμένη Εκκλησία, η προ του σχίσμα­τος της δυτικής, δηλαδή η μία, αγία, καθολική και αποστολική Εκκλησία στον 2ονΚανόνα της εν Καρθαγένη της βορειοδυτικής Αφρικής Συνόδου των ετών 418-424 κατέταξεν την Αποκάλυψιν Ιωάννου στον κανόνα των βιβλίων της Καινής Διαθή­κης, δηλαδή στα λεγόμενα κανονικά βιβλία της Καινής Διαθήκης. Επίσης, η Πενθέκτη Οικουμενική Σύνοδος του έτους 691 εξέδωσε τον 2ονΚανόνα της, εις τον οποίον επικυρώνει και τους κανόνες της εν Καρθαγένη Συνόδου, ήτις, ως προείπομεν, είχεν εισαγάγει την Αποκάλυψη εις τον Κανόνα της Καινής Διαθήκης. Ιδού, λοιπόν, ότι ο κ. Σπ. Φίλος τουλάχιστον ψεύδεται, εάν, βέβαια, με όσα γράφει εννοεί το αντίθετον. Εάν τώρα ο κ. Σπ. Φίλος θέλη να μάθη ποιος είναι αυτός που κατά μίαν πιθανότητα απέρριπτεν την Αποκάλυψη χαρακτηρίζοντας την νόθον και ψευδεπίγραφον, του λέγομεν ότι αυτός ίσως ήταν ο ίδιος ο Πατριάρχης του Προτε­σταντισμού, ο πολύς Μαρτίνος Λούθηρος. Και εξηγούμαι: Ο μακαρίτης μεγαλο­βιομήχανος, επίσης αιρετικός, ο Θεόδωρος Λαναράς, ο οποίος επίσης απέρριπτε την Αποκάλυψη γράφει για το θέμα μας τα εξής: "Την γνώμην ταυτήν του Λουθή­ρου μοι εγνώρισεν δι' επιστολής του από 8 Φεβρουαρίου 1944 ο διάσημος εκδότης της Καινής Διαθήκης κ.ErwinNestleτης κριτικής εκδόσεως Στουτγάρδης" (Θ. Λαναρά, περί του βιβλίου της Αποκάλυψης Ιωάννου. Αθήναι 1946, σελ. 32-33). Αυτά τα ολίγα, κ. Σπ. Φίλε, προς γνώσιν και συμμόρφωσιν.
17.Είναι όντως φοβερή αυτή η άποψη, αλλά μόνον για τους αιρετικούς. Άλλωστε δεν πρόκειται για μια απλή δήλωσή μου. Πρόκειται για διδασκαλίαν της Ορθοδόξου Εκκλησίας, αλλά και για επιστημονικόν συμπέρασμα δύο μελετών μου, που έγραψα στο παρελθόν, πάνω στο θέμα αυτό : 1) Αγία Γραφή και Προτε­στάντες 2) Ιερά Παράδοσις και Προτεστάντες.
18.Αφού όμως ο κ. Σπ. Φίλος αποσιωπά όσες σελίδες γράψαμε ειδικά για το που βασίζεται η ορθόδοξη Εκκλησία, όταν αυτή διακρατή το Μυστήριον της Εξομολόγησης, δυοίν θάττερον, δύο τινά είναι δυνατόν να συμβαίνουν : ή πρόκει­ται για περίπτωση Alzheimer, άπ' την οποία θα πρέπει να πάσχη ο κ. Σπ. Φίλος, ή πρόκειται για κλασσικήν περίπτωση θεομπαιξίας. Ας διαλέξη ο ίδιος. Τρίτον, πάντως, δεν υπάρχει. Όταν, μετά τις σελίδες που γράφω, ερωτά αφελώς, ο κ. Σπ. Φίλος : "Στ' αλήθεια, κ. Βασιλειάδη, επιτέλους, που βασίζεστε, για όσα υποστηρί­ζετε;",θα πρέπει να τού πούμε : Διαλέξτε, κ. Σπ. Φίλε, άπ' τη μιαν dementia praecox, και άπ' την άλλην, θεομπαιξία. Τρίτον ού.’
19.Μήπως έχετε τη γνώμην, κ. Σπ. Φίλε, ότι ένα και μοναδικό στο είδος του, δηλαδή ειδικόν (ad hoc) εδάφιον δεν μπορεί από μόνο του να στηρίξη μία θεολο­γική διδασκαλίαν; Χίλια άσχετα και μη ειδικά εδάφια, όπως αυτά, που χρησιμο­ποιείτε, φυσικά, δεν είναι δυνατό να θεμελιώσουν μία θεολογική διδασκαλίαν. Ενώ ένα και μοναδικό στο είδος του, δηλαδή ειδικόν (ad hoc), μπορεί θαυμάσια να θεμελιώση και αποδείξη μία θεολογική διδασκαλίαν. Επομένως, κ. Σπ. Φίλε, μη στενοχωρήσθε και μη σάς αποσχολή το αν είναι ένα και μοναδικόν, αλλά να σάς ενδιαφέρη μόνον εάν είναι εδάφιον ειδικόν (ad hoc). Εξ άλλου, εγώ δεν ισχυρί­στηκα ποτέ ότι για το θέμα μας υπάρχει μόνον ένα ειδικό χωρίον. Είπα μόνον ότι θα χρησιμοποιήσω μόνον ένα. Σημειώνομεν πάντως ότι ούτε το ένα τολμάει να αντιμετωπίση ή και να θίξη ο κ. Σπ. Φίλος!
20.Όχι, κ. Σπ. Φίλε! Μη μας τρελάνετε! Δεν αποδίδω εγώ καμίαν δικήν μου έννοιαν στο εδάφιον. Δέχομαι την έννοιαν, που αυτό έχει, δηλαδή "της άφεσης των αμαρτιών". Το εδάφιον είναι σαφέστερον τού σαφέστατου και, επομένως, δεν έχει ανάγκην ούτε δικής μου, ούτε δικής σας ερμηνείας ! "Αν τίνων αφήτε τας αμαρτίας". Πρόκειται εδώ σαφέστατα για συγχώρηση αμαρτιών και για τίποτε άλλο. Εγώ τού δίνω ερμηνείαν, ή το χωρίον έχει την σαφέστατην έννοιαν του; Οποίος γνωρίζει ελληνικά, καταλαβαίνει. Εγώ, λοιπόν, τού αποδίδω έννοιαν, ή αυτό την έχει σαφέστατα; Επομένως, δεν είσθε επικίνδυνος διαστρεβλωτής, όταν μού γράφετε ότι το χωρίον "είναι πλατιά αμφισβητούμενο με την έννοιαν που εσείς τού αποδίδετε..!"; Εγώ, λοιπόν, τού αποδίδω έννοιαν, ή αυτό την έχει ; Μιλά­ει ή όχι για άφεση αμαρτιών; Τι παραπάνω υποστηρίζω εγώ;
21.Αλλά, για να σάς απαντήσω με το ίδιο νόμισμα: Είναι επίσης πλατιά αμφισβητούμενο το εδάφιον αυτό με την έννοιαν, που εσείς τού αποδίδετε, κ. Σπ. Φίλε! Κανένα αγιογραφικό, ιστορικό, λογικό επιχείρημα δεν φέρνετε για να γκρε­μίσετε την ορθήν έννοιαν του χωρίου. Άλλ' ούτε και μπαίνετε στον κόπο να μας πήτε έστω απλώς και μόνον ποίαν ερμηνείαν, επί τέλους, δίδετε εσείς στο χωρίον αυτό, πως αποδεικνύετε την ορθότητα της δικής σας ερμηνείας, καθώς και εάν η ερμηνεία σας είναι επίσης η όχι "πλατιά αμφισβητούμενη". Έλεγαν οι αρχαίοι προγονοί μας, κ. Σπ. Φίλε, ότι "εκάστη ράβδος δύο άκρα φέρει". Αυτό μη το λησμονήτε ποτέ !
22. Εξ άλλου, καταλαβαίνω ότι σάς ενόχλησαν βαθύτατα και τα όσα έγραψα για τη βαριά σας μοναξιά, κ. Σπ. Φίλε. Και αντί να σκεφθήτε την κατάστασή σας και να τη θεραπεύσετε. μνησικακώντας σαν άλλη καμήλα της ερήμου θεωρήσατε ότι θα μπορούσατε να μου ανταποδώσετε το ίδιο, δηλαδή να μου το "επιστρέψετε ως απαράδεκτον". Αλλά, στο σημείον αυτό σάς συμβουλεύω ότι καλόν θα ήταν για σάς "να αποφεύγετε τις απομιμήσεις". Και δεύτερον: όταν μίλησα για τη μοναξιά σας, τη θεμελίωσα προηγουμένως ψυχολογικά, ιδεολογικά, κοινωνιολογικά κ.λπ. Να, λοιπόν, ποια είναι η διαφορά μας και στο σημείον αυτό. Επειδή συμβαίνει δε και η παρέα των Πατέρων με ενδιαφέρει περισσότερον από κάθε τι άλλο, θα σάς παρεκάλουν να μου προσκομίζατε έστω και ένα πατέρα της Εκκλησίας, ο οποίος να διαφωνή με "την ερμηνείαν", που δίδω στο χωρίον Ιω. κ' 23. Όπως εσείς ψευδώς και αβασίμως ισχυρίζεσθε στην "απάντησή" σας, και όχι να λέτε μεγάλα λόγια και αφορισμούς ! Προσκομίστε έστω και ένα Πατέρα !
23.Ο κ. Σπ. Φίλος ψευδώς ισχυρίζεται ότι ο καθηγητής Παναγιώτης Τρεμπέ­λας διαφωνεί μαζύ μου στο Υπόμνημα του τελευταίου εις το κατά Ιωάννην Ευαγγέλιον. Φαίνεται ότι ο κ. Σπ. Φίλος δεν γνωρίζει ούτε απλή ανάγνωση . Αλλοιώς δεν εξηγούνται όσα λέγει. Ο Τρεμπέλας λοιπόν λέγει τα εξής: Ότι η εξουσία άφεσης αμαρτιών που χορήγησε ο αναστημένος Ιησούς στους Αποστό­λους δεν ήταν "ειδική εξουσία εις μόνους τους Αποστόλους προσωποπαγώς χορη­γηθείσα", εννοώντας δηλαδή ότι οι Απόστολοι την μετέδωσαν στην συνέχειαν σε μαθητές τους. Και επικαλείται ο Τρεμπέλας τον Κλήμεντα Ρώμης λέγοντα ότι οι Απόστολοι "κατά χώρας και πόλεις κηρύττοντες καθίστανον τας απαρχάς αυτών ... εις επισκόπους και διακόνους των μελλόντων πιστεύειν" (κεφ. 42) . Και τονίζει ο Τρεμπέλας ότι "ήδη δε και επί των ημερών του Ωριγένους (Υπόμν. εις το Ματθ. XII, 14), οι επίσκοποι εθεωρούντο ως διαδεχθέντες τους Αποστόλους εν τη εξουσία του δεσμείν και λύειν (β)". Ο Τρεμπέλας δηλαδή λέγει ότι η εξουσία άφεσης αμαρτιών, εδόθη μεν αρχικώς υπό του Κυρίου εις τους Αποστόλους, σε μια όμως χρονικήν στιγμήν καθ' ην "η χριστιανική κοινότης ήτο κοινότης αποστόλων", αλλά στην συνέχειαν οι Απόστολοι μετέδωκαν εις τους διαδόχους των επισκόπους αυτήν την Εξουσίαν, μέχρι σήμερον. Αυτό εννοεί ο Τρεμπέλας όταν λέγη ότι την Εξουσίαν άφεσης αμαρτιών δεν έλαβον μόνο οι Απόστολοι, άλλ' όλη η Εκκλησία. Ο δε Ωριγένης γράφει το εξής θαυμάσιον:"Τοιγαρούν και οι απόστολοι και οι τοίς αποστόλους ωμοιώμενοι,ιερείς όντες κατά τον μέγα αρχιερέα, επιστήμην λαβόντες της του Θεού θεραπείας, ίσασιν υπό του πνεύματος διδασκόμενοι, περί ων χρή αναφέρειν θυσίας αμαρτημάτων, και ποτε και τινα τρόπον και γινώσκουσι, περί ων χρή τούτο ποιείν". (Τρεμπέλα. Υπόμν. εις το κατά Ιωάννην, σελ. 707). Αυτά τα όλίγα προς συμμόρφωσιν κ. Σπ. Φίλε.
24. Η πονηρή μέθοδος τού κ. Σπ. Φίλου είναι η εξής: Παραθέτει αυτός απόσπα­σμα από τον άγιον Κύριλλον Αλεξανδρείας, χωρίς όμως και να μας το ερμηνεύη, δηλαδή χωρίς να βγάζη τα συμπεράσματα άπ' αύτό, έτσι ώστε να δούμε σε ποιόν πράγματι αντιτίθεται το απόσπασμα αυτό τού αγίου Κυρίλλου: σε μας και στις δικές μας παραδοχές, ή, μήπως στα λεγόμενα και στους ισχυρισμούς τού κ. Σπ. Φίλου;
Η μέθοδος τού κ. Σπ. Φίλου είναι πονηρή, σχέτη απάτη και για τον εξής λόγον: Ο κ. Σπ. Φίλος δεν δέχεται ότι στην ιστορίαν της Εκκλησίας υφίσταται και υπάρχει όντως εξομολόγηση μέχρι τον 13οναιώνα και άφεση μέχρι τον 16οναιώνα. Την απορρίπτει δε σαν ανύπαρκτη, όχι σαν μη ορθήν ή σαν λανθασμένην. Το μόνον υπαρκτόν που δέχεται μέσα στην ιστορίαν της Εκκλησίας είναι το βάπτισμα. Και η εξουσία, που μετά την Ανάστασή Του έδωσεν ο Κύριος στους μαθητές του για άφεση αμαρτιών (Ιω. κβ', 23), εφαρμόζεται, λέγει ο κ. Σπ. Φίλος, στο Βάπτισμα και μόνον, μια που άφεση δι' Εξομολόγησης μετά το βάπτισμα, όπως λέγει ο ίδιος, είναι ανύπαρκτη στην Καινή Διαθήκη και στους πρώτους αιώνες της ιστορίας της Εκκλησίας. Δηλαδή, στη σχέση Βαπτίσματος-Εξομολόγησης, ο κ. Σπ. Φίλος μηδε­νίζει, εξαφανίζει την Εξομολόγηση χάριν τού Βαπτίσματος. Κάνουν όμως το ίδιο οι Πατέρες της Εκκλησίας, όπως αυτό ισχυρίζεται ο κ. Σπ. Φίλος; Τι ακριβώς διδά­σκουν οι Πατέρες για τη σχέση Βαπτίσματος Εξομολόγησης; Είναι όντως ανύπαρ­κτη για τους Πατέρες η Εξομολόγηση και υπάρχει μόνον το Βάπτισμα;
Πρώτα-πρώτα πρέπει να πούμε ότι οι Πατέρες της Εκκλησίας μιλάνε για το γενικώτερο Μεγάλο Λυτρωτικόν και Σωτήριον Μυστήριον της συγγνώμης, συγχώ­ρησης, φιλανθρωπίας, ελέους, ευσπλαχνίας, οικτιρμών και άφεσης αμαρτιών, που εφάρμοσεν ο Ιησούς Χριστός σ' όλην Του την ζωήν και που το συνεχίζει επί αιώνες η Εκκλησία. Από το μεγάλο αυτό μυστήριον γένους προβάλλουν δύο επί μέρους, δύο ειδικά χριστιανικά μυστήρια άφεσης αμαρτιών και τα δύο: άφ' ενός μεν το Βάπτισμα, για όσους δεν είχαν γίνει ακόμη χριστιανοί και με το Βάπτισμα γίνονται και τους συγχωρούνται όλες οι μέχρι τότε αμαρτίες τους, και, άφ ετέρου, η Εξομο­λόγηση, με την οποίαν συγχωρούνται τα αμαρτήματα, που τυχόν έκαμε ο ήδη βαπτισθείς μετά το Βάπτισμα. Άρα, υπάρχει, όπως θα δούμε, κατά τους Πατέρες και δεύτερος τρόπος άφεσης αμαρτιών, η μετά το Βάπτισμα Εξομολόγηση έστω και άπαξ γενομένη, και ήταν άλλη άπ' το βάπτισμα. Άρα, πίπτει εκ θεμελίων η θεωρία τού κ. Σπ. Φίλου. Άρα, υπάρχει μεν το Βάπτισμα, φυσικά. Είναι όμως, δεύτερον, υπαρκτή και διακριτή και διαφορετική η Εξομολόγηση, σαν ο μετά το Βάπτισμα τρόπος άφεσης των αμαρτιών. Άρα, υπάρχει και η Εξομολόγηση. Δεν συγχέεται, ούτε ταυτίζεται με το Βάπτισμα στην ιστορίαν της Εκκλησίας και, άρα δεν πρέπει να συγχέωνται τα δύο αυτά.
Τι λέγει, λοιπόν, τώρα ο άγιος Κύριλλος Αλεξανδρείας σχετικά με τα δύο αυτά: Βάπτισμα και Εξομολόγηση; Πιο συγκεκριμένα λέγει κάτι το άλλο: έχει αυτός την προσωπική γνώμην ότι το Ιω. κβ' 23, που μιλάει για άφεση και κράτηση αμαρτιών, νοητέον και ερμηνευτέον διττώς : άφ' ενός μεν ως άφεση αμαρτιών κατά το Βάπτι­σμα και άφ' έτερου, ως άφεση αμαρτιών και συγγνώμη, κατά την Εξομολόγηση, ή όπως την λέγει, κατά την "Συγγνώμην". Τώρα. Τι δεν λέγει ο άγιος Κύριλλος Αλεξανδρείας: δεν λέγει, όσα ισχυρίζεται ο κ. Σπ. Φίλος. Ο κ. Σπ. Φίλος, όπως   είπαμεν, ισχυρίζεται άλλο πράγμα, το εξής: ότι υπάρχει μόνον Βάπτισμα και όχι Εξομολόγηση. Ο άγιος Κύριλλος διδάσκει την προσωπικήν του γνώμην ότι η Άφεση, περί της οποίας γίνεται λόγος στο Ιω. κβ' 23. δίδεται αφενός κατά το Βάπτισμα, αφετέρου κατά την "Συγγνώμην", δηλαδή την Εξομολόγηση. Άρα, για τον άγιον Κύριλλον υπάρχει και το Βάπτισμα και η Εξομολόγηση, ενώ για τον κ. Σπ. Φίλο υπάρχει μόνον το Βάπτισμα! Αυτά διδάσκει ο άγιος Κύριλλος Αλεξαν­δρείας, που επικαλέστηκε ο κ. Σπ. Φίλος.
Γενικώτερον παρατηρούμε ότι άλλο θέμα είναι ο παραλληλισμός και συσχετι­σμός, που συχνά κάνουν οι πατέρες μεταξύ Βαπτίσματος και Εξομολόγησης, αποδεικνύει δε αυτός ότι αυτοί αποδίδουν τόσον στο μεν όσον και στην δε την ιδέαν μιας πραγματικής και αληθινής άφεσης αμαρτιών. Η γραμμή αυτή αρχίζει ήδη από τον Ερμάν και διήκει δια του αγίου Εφραίμ, Αθανασίου, πάπα Λέοντος, Κυρίλλου Αλεξανδρείας, μέχρι τον έβδομον αιώνα και μετά.
Ας ενθυμηθούμεν ότι αιώνες πριν (τέλος β', αρχές γ' αιώνα) ο ίδιος οΤερτυλλιανόςαποκαλούσε την μετάνοιαν secundam spem (δευτέραν ελπίδα) σε διάκριση και αντίθεση με το Βάπτισμα, που ήταν η prima spes (πρώτη ελπίδα) των αμαρτωλών (ιδέ: De paenitentia, C. VII).
Εξ άλλου, ο άγιοςΙερώνυμοςγράφει ότι οι αμαρτωλοί έχουν εξαγορασθή με το αίμα του Σωτήρα είτε με το βάπτισμα "είτε με την μετάνοιαν, δηλαδή την εξομο­λόγηση, η οποία παράγει τη χάρη. όπως το Βάπτισμα" (Dialog. Contra Pelaj. 1. I. δ.33 .P.L.t. xxiii. col. 527).
Ο δε άγιοςΑυγουστίνοςγράφει: "Εάν η ανθρωποκτονία τυχόν τελέστηκε από ένα κατηχούμενον. συγχωρείται δια του Βαπτίσματος. Εάν τελεστή όμως από κάποιον ήδη βαπτισμένον, συγχωρείται με την μετάνοιαν, δηλαδή την Εξομολόγη­ση και την συνδιαλλαγήν επανασύνδεση." (De adulter. Conjugiis.l JI.C. XVI. P.L.t. XL. Col. 482).
Τέλος ο άγιοςΑμβρόσιοςμαρτυρεί τα εξής: "Στο Βάπτισμα υπάρχει άφεση όλων των αμαρτιών. Ποιάν διαφοράν βρίσκετε στο εάν οι ιερείς διεκδικούν το δικαίωμα, που τους έχει χορηγηθή, να συγχωρούν δηλαδή αμαρτίες είτε δια της μετανοίας, είτε δια του Βαπτίσματος;" (De paenitent. l.I.C. VIII. n.36,P.L.t. XVI, col 476).
Συμπέρασμα: Ή πρέπει να αρνηθή ο κ. Σπ. Φίλος ότι το Βάπτισμα έχει τη δύναμη να εξαλείφη, να συγχωρή τα αμαρτήματα, ή πρέπει να δεχθή ότι και η Εξομολόγηση υπήρχεν και ότι αυτή, ή μάλλον η ιερατική άφεση είχε την ίδια δύνα­μη. Αυτή, τουλάχιστον, ήταν η αίσθηση των Πατέρων. Άρα, αν τότε το Βάπτισμα ήταν ένα μυστήριον, τότε ακριβώς και η Εξομολόγηση ήταν επίσης ένα μυστήριον.
25. Ο κ. Σπ. Φίλος, όπως διαπιστώνει ο αναγνώστης, αντιστρέφει τους όρους: αντί να απαντά αυτός στα ερωτήματα, έχει την απαίτηση να θέτη ερωτήματα.
26. Το "Μυστήριον της Εξομολόγησης" πρωτοϊδρύθηκε και μ' αυτήν την έννοιαν ποωτοεμφανίστηκεν την πρώτην ημέραν της Ανάστασης του Κυρίου.
27.Ακριβώς, οι ιερείς υπήρχαν από της Αναστάσεως τού Ιησού Χριστού. Αυτό θα το τεκμηριώσουμε συν Θεώ, όταν θα γράψουμε ειδικά τεύχη τού φυλλαδίου για την ιερωσύνην. Πάντως, είναι ορθός ο συλλογισμός σας, κ. Σπ. Φίλε, ότι για να υπάρχη εξομολόγηση θα πρέπει να υπάρχουν και ιερείς και αντιστρόφως.
28.Και το θέμα των διαδόχων των Αποστόλων είναι λίαν ενδιαφέρον, αλλά δεν συνδέεται άμεσα με το θέμα μας, που είναι η Εξομολόγηση. Το ζήτημα των "διαδόχων" των Αποστόλων θα εξετασθή συν Θεώ σε ειδικόν τεύχος τού φυλλαδί­ου μας εν καιρώ.
29.Το ζήτημα τού επί της μετανοίας πρεσβυτέρου θα το θίξουμε σε επόμενο φυλλάδιο. Εδώ, όπως το παραθέτετε είναι ξεκρέμαστο !
30.Εγράφησαν αρκετά και ικανά στην μεγάλη σημείωσή μας 24 για όσα γράφει ο άγιος Κύριλλος Αλεξανδρείας καταδικάζοντας ανελέητα τον κ. Σπ. Φίλο και τα φληναφήματα του.
31.Απάντηση θα έχετε βέβαια, άλλ' αφού προηγουμένως διασαφηνίσετε και διατυπώσετε τι ακριβώς εννοείτε με τον όρον "ιερατική εξομολόγηση" και τι "μυστηριακή εξομολόγηση". Θέλω να έχω την διευκρίνηση σας άπ' το χέρι σας !
32.Εδώ, ο κ. Σπ. Φίλος μπερδεύει τον εαυτό του με την απάντησή του. Συμβου­λεύει εμένα να μη πέσω εις την παγίδα και μπερδέψω τα δύο αυτά που εις την συνέ­χειαν ο ίδιος τα μπερδεύει και τα ταυτίζει: Την άρνηση δηλαδή του εξομολόγου να δώση άφεση αμαρτιών άπ' τη μια με την ποινή του αφορισμού άπ' την άλλη.
33.Όμορφος κόσμος ηθικός αγγελικά πλασμένος! Μιλάει ο κ. Σπ. Φίλος για τον Καίσαρα. Λες και δεν τον υπηρέτησε έφ' όρου ζωής.
Αλήθεια πόσον χριστιανός επαναστάτης είναι ο κ. Σπ. Φίλος ! Τόσον ώστε έγινε θύμα του Καίσαρος, απελύθη και τώρα ψωμολυσσάει! Αυτή είναι η υποκρι­σία του. Μιλάει για το αν στην Αλβανία ήταν ελεύθερος ο Χριστιανισμός. Εκ του ότι κατεδιώκετο ο τελευταίος μειώνεται ο Χριστιανισμός και η Εκκλησία; Κατά ποίαν λογικήν;
34.Αλλά για τα 300 χρόνια ρωμαϊκών διωγμών, που απηγόρευαν την διακήρυ­ξη της Θεότητας του Ιησού Χριστού, κατήργησαν την Εκκλησίαν; Να ποια είναι η δύναμη των επιχειρημάτων του κ. Σπ. Φίλου.
35. Πόσον κουραστικός είναι ο κ. Σπ. Φίλος, αλλά και πόσον ελαφρός. Γράφει: ‘’Θα μπορούσε. βέβαια να αραδιάσει κανείς και πάρα πολλά ακόμη ερωτήματα…’’ Ώστε ερωτήματα αραδιάζει ο κ. Σπ. Φίλος. Ιδού η σοβαρότης του ! Άσχετα θέμα­τα παρεμβάλλει, όπως το τού "κλήρου και τού λαού" για να θολώνη τα νερά και να ψαρεύη ακριβώς στα θολά νερά.
36. Είναι φρικώδη όσα άδικα και συκοφαντικά γράφει ο κ. Σπ. Φίλος για τον μακαριστόν π. Επιφάνιον Θεοδωρόπουλον ότι δήθεν στο περί Εξομολογήσεως βιβλίον του ο τελευταίος έκανε πολλές "αλχημείες" και "εγχειρητικές" επεμβάσεις στα πατερικά κείμενα, προκειμένου να τα φέρη στα μέτρα του, ώστε να τα κάνη να μιλήσουν, όπως εκείνος ήθελε, γι' αυτό και τα αλλοίωσε. Τις εγχειρήσεις του δε αυτές, που έκανε εν κρύπτω, τις απέκρυψε και δεν είπεν τίποτε, "αλλά παρουσία­σε τα πατερικά κείμενα έτσι ώστε να νομίζουν οι αναγνώστες του ότι αυτά, τα αλλοιωμένα και παραμορφωμένα πατερικά κείμενα ήταν τάχα γνήσια." Δηλαδή, κατά τον κ. Σπ. Φίλο ο π. Επιφάνιος επλαστογράφησεν και εξαπάτησε το ελληνικόν κοινόν. Δηλαδή, ό,τι ακριβώς έκανε ο κ. Σπ. Φίλος στο δικό του δίτομο βιβλίον, το αποδίδει στον π. Επιφάνιον. Πατήρ τού ψεύδους ο κ. Σπ. Φίλος, εξ επαγγέλματος συκοφάντης, δεν αντιλαμβάνεται ότι μένει λογικά τουλάχιστον ακάλυπτος, διότι: Εάν οι Πατέρες της Εκκλησίας, όπως ισχυρίζεται ο κ. Σπ. Φίλος, αγνοούσαν την Εξομολόγηση, τότε, γιατί τάχα να επιμένη και να υποστηρίζη την ύπαρξή της παρά την γνώμην των Πατέρων ο π. Επιφάνιος, ο οποίος εξ ορισμού υπεραμύνετο και ησπάζετο και κυριολεκτικώς ανέπνεεν και απέπνεεν την διδα­σκαλίαν των αγίων Πατέρων; Γιατί, άραγε, παρά την γνώμην και διδασκαλίαν των Πατέρων να θέλη να υποστηρίζη την ύπαρξη της Εξομολόγησης ο π. Επιφάνιος; Διότι ο κ. Σπ. Φίλος ισχυρίζεται ότι οι Πατέρες ακριβώς είναι κατά της Εξομολό­γησης, δηλαδή την αγνοούν, και ο π. Επιφάνιος θέλει σώνει και καλά και μάλιστα παρά την άποψη των Πατέρων και την υπερασπίζεται. Μήπως, λοιπόν, ακριβώς ψεύδεται ο κ. Σπ. Φίλος και μάλιστα ασύστολα, αφού δεν μπορεί να μας δώση το λόγο, για τον οποίο θα ήταν δυνατόν ο π. Επιφάνιος να θέλη την Εξομολόγηση και παρά την γνώμην των Πατέρων;
37.Όχι, κ. Σπ. Φίλε. δεν γνωρίζω να έκανε αλχημείες ο μακαριστός π. Επιφάνιος Θεοδωρόπουλος στο βιβλίον του. Το άλλο γνωρίζω ότι αλχημείες έχετε κάνει εσείς στο βιβλίον σας.
Γράφετε, ότι περιμένετε να πάρω θέση, την πρέπουσα θέση: Η θέση μου είναι ότι σάς θεωρώ, κ. Σπ. Φίλε. σφαγιαστήν, κοινώς χασάπην, των πατερικών κειμέ­νων. Λύνω, λοιπόν, την σιωπήν μου, όπως άλλωστε με προτρέπετε και σάς καταγ­γέλλω στον ελληνικό λαό ως απατεώνα ολκής, ήγουν με λοφείον και περικεφαλαίαν στα θρησκευτικά ζητήματα.

«ΕΚ ΤΟΥ ΠΕΡΙΣΣΟΥ ΤΗΣ ΚΑΡΔΙΑΣ»
ΔΙΜΗΝΙΑΙΟΝ ΕΝΟΡΙΑΚΟΝ ΦΥΛΛΑΔΙΟΝ Ι.Ν. ΑΓ. ΣΤΕΦΑΝΟΥ Ν. ΙΩΝΙΑΣ
Έτος 7ον, Τεύχος 39ον · ΜΑΡΤΙΟΣ  ΑΠΡΙΛΙΟΣ 2005 
 Αντιαιρετικόν Εγκόλπιον    www.egolpion.com
8  ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ  2012


Read more:http://www.egolpion.net/apantisi_filos.el.aspx#ixzz2jg8ZtfsM

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου