Παρασκευή 5 Οκτωβρίου 2018

ΕΞΟΡΙΣΤΟΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΓΑΠΗ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ. ΙΕΡΟΜΑΡΤΥΡΑΣ ΙΛΑΡΙΩΝ ΤΡΟΙΤΣΚΙ.


Αρχιεπίσκοπος Ιλαρίων Τρόϊτσκι

Γνώρισμα του αληθινού φιλοσόφου είναι η ζωή του να συμφωνεί με τις πεποιθήσεις του. Ο Ιερομάρτυς Ιλαρίων δεν μας άφησε μόνο συγγράμματα με βαθύ περιεχόμενο και έμπνευση, αλλά και με τη ζωή του έδωσε μαρτυρία για τη μεγάλη τους σημασία. Τη διδασκαλία του περί Εκκλησίας τη βεβαίωσε με τη γεμάτη αυταπάρνηση διακονία του. Την απολογία του για τον μοναχισμό την επαλήθευση με τις μοναστικές του αρετές, και το κήρυγμα για ένα χαρούμενο Χριστιανισμό με τη μεγαλοψυχία του στο μαρτύριο. Η θεολογία του επισκόπου Ιλαρίωνος ποτέ δεν ήταν αφηρημένη και σχολαστική, αλλά πάντοτε είχε μεγάλη αμεσότητα με τη ζωή και τα ουσιαστικά της ερωτήματα. Και στις δημοσιευμένες εργασίες του βρίσκεται εκείνη η αντανάκλαση της αιωνιότητος που μας επιτρέπει να βλέπουμε τα πράγματα στη γνήσιά τους διάσταση.


ΑΛΛΟΙΩΣΕΙΣ ΤΟΥ ΠΑΠΙΣΜΟΥ καὶ ΤΟΥ ΠΡΟΤΕΣΤΑΝΤΙΣΜΟΥ «Ὁ Λατινισμός ἐξέπεσε ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία» (Ἀρχιεπίσκοπος Ἱλαρίων Τρόϊτσκι )


ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΕΣ ΑΛΛΟΙΩΣΕΙΣ
ΠΑΠΙΣΜΟΥ – ΠΡΟΤΕΣΤΑΝΤΙΣΜΟΥ

Ἀπόσπασμα ἀπὸ τὸ βιβλίο
«Ἀρχιεπίσκοπος Ἱλαρίων Τρόϊτσκι (1886-1929)
Ἱερομάρτυς καὶ πρόμαχος τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ»
ἐκδ. «Ἄθως»

.                   Ἡ ἀλήθεια τῆς Ἐκκλησίας διεστράφη πολὺ στὴ Δύση μετὰ τὴν ἔκπτωση τῆς Ρώμης ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία καὶ ἡ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ ἄρχισε νὰ μοιάζει ἐκεῖ μὲ κάποια ἐπίγεια βασιλεία. Ὁ Λατινισμὸς μὲ τοὺς γήινους ὑπολογισμοὺς τῶν «καλῶν ἔργων», μὲ τὴ μισθωτὴ σχέση πρὸς τὸν Θεό, μὲ τὴν παραχάραξη τῆς σωτηρίας, συσκότισε στὴ συνείδηση τῶν μελῶν του τὴ χριστιανικὴ ἀντίληψη τῆς Ἐκκλησίας.
.           Ὁ Λατινισμὸς στὸ πρόσωπο τοῦ Προτεσταντισμοῦ γέννησε ἕνα ἐντελῶς νόμιμο, ἂν καὶ πολὺ ἀτίθασο, πνευματικὸ τέκνο. Ὁ Προτεσταντισμὸς δὲν ἦταν μία διαμαρτυρία τῆς πρωτοχριστιανικῆς ἐκκλησιαστικῆς συνειδήσεως ἐνάντια σ’ αὐτὲς τὶς παραχαράξεις τῆς ἀλήθειας, τὶς ὁποῖες εἶχε κάμει παραδεκτὲς ὁ μεσαιωνικὸς Παπισμός. Μ’ αὐτὸν τὸν τρόπο, ὄχι σπάνια, ἔχουν τὴν τάση νὰ παρουσιάζουν τὴ Διαμαρτύρηση οἱ προτεστάντες θεολόγοι. Ὅμως, ὄχι! Ὁ Προτεσταντισμὸς ἦταν διαμαρτυρία μίας ἀνθρώπινης ἰδέας ἐναντίον μίας ἄλλης. Δὲν ἀποκατέστησε τὸν ἀρχαῖο Χριστιανισμό. Τὸ μόνο ποὺ ἔκανε ἦταν νὰ ἀντικαταστήσει τὴν παραχάραξη τοῦ Χριστιανισμοῦ μὲ μίαν ἄλλη παραχάραξη κι αὐτὸ τὸ νέο ψεῦδος ἦταν πικρότερο ἀπὸ τὸ πρῶτο.
.                 Ὁ Προτεσταντισμὸς εἶπε τὸν τελευταῖο λόγο τοῦ Παπισμοῦ, ἔβγαλε τὸ τελευταῖο λογικό του συμπέρασμα.
.                 Ἡ ἀλήθεια καὶ ἡ σωτηρία εἶναι δοσμένα ἀπὸ τὴν ἀγάπη, δηλ. ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία. Τέτοια εἶναι ἡ ἐκκλησιαστικὴ συνείδηση. Ὁ Λατινισμός, ἀφοῦ ἐξέπεσε ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία, ἄλλαξε αὐτὴ τὴ συνείδηση καὶ διεκήρυξε: Ἡ ἀλήθεια δίδεται ἀπὸ τὸ ξεχωριστὸ πρόσωπο τοῦ Πάπα, ἀπὸ ἕνα ἰδιαίτερο πρόσωπο χωρὶς τὴν Ἐκκλησία, καὶ ὁ Πάπας ἔχει τὴν εὐθύνη τῆς σωτηρίας ὅλων.
.                 Ὁ Προτεσταντισμὸς μόνο αὐτὸ ἐξέφρασε: Γιατί ἡ ἀλήθεια νὰ δίδεται μόνο ἀπὸ ἕναν Πάπα; Καὶ προσέθεσε: ἡ ἀλήθεια καὶ ἡ σωτηρία ἀποκαλύπτονται σὲ κάθε ξεχωριστὸ πρόσωπο ἀνεξάρτητα ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία. Ἔτσι κάθε ἕνας ἄνθρωπος προβιβάστηκε σὲ ἀλάθητο πάπα. Ὁ Προτεσταντισμὸς φόρεσε τὴν παπικὴ τιάρα σὲ κάθε Γερμανὸ καθηγητὴ-θεολόγο καὶ μὲ τοὺς ἀμέτρητους αὐτοὺς πάπες κατέστρεψε τελείως τὴν ἰδέα τῆς Ἐκκλησίας.
.                 Ὑποκατέστησε τὴν πίστη μὲ τὴ λογικὴ τοῦ ἀτόμου καὶ τὴ σωτηρία ἐν τῇ Ἐκκλησίᾳ μὲ τὴν ὀνειροπόλο βεβαιότητα γιὰ τὴ σωτηρία μέσῳ τοῦ Χριστοῦ χωρὶς τὴν Ἐκκλησία, σὲ μία φίλαυτη ἀπομόνωση ἀπὸ ὅλους. Γιὰ τὸν προτεστάντη ἀλήθεια εἶναι μόνο ὅ,τι τοῦ ἀρέσει, ὅ,τι νομίζει αὐτὸς ὡς ἀλήθεια.
.                 Στὴν πράξη βέβαια καὶ οἱ προτεστάντες ἀπὸ τὴν ἀρχή, μὲ πλάγιους τρόπους, λαθραία θὰ λέγαμε, ἐπέβαλαν κάποια στοιχεῖα δόγματος σχετικὰ μὲ τὴν Ἐκκλησία ἀναγνωρίζοντας κάποιες αὐθεντίες, μόνο ὅμως στὴν περιοχὴ τῆς διδασκαλίας τῆς πίστεως. Ὄντας ὅμως οὐσιαστικὰ ἐκκλησιαστικὸς ἀναρχισμός, ὁ καθαρὸς Προτεσταντισμός, ὅπως κάθε ἀναρχισμός, στὴν πραγματικότητα ἀποδείχτηκε τελείως μὴ πραγματοποιήσιμος κι ἔτσι μᾶς ἔδωσε φανερὴ μαρτυρία γι’ αὐτὴ τὴν ἀναμφισβήτητη ἀλήθεια ὅτι ἡ ἀνθρώπινη ψυχὴ εἶναι ἀπὸ τὴ φύση της ἐκκλησιαστική.
.                 Ὅμως ὁ Προτεσταντισμὸς ταίριαξε στὸ γοῦστο μὲ τὴν ἀνθρώπινη φιλαυτία καὶ τὴν αὐθαιρεσία κάθε εἴδους. Ἡ φιλαυτία καὶ ἡ αὐθαιρεσία μέσα στὸν Προτεσταντισμό, ὅπως εἰπώθηκε, κατὰ κάποιον τρόπο «ἐξαγιάσθηκαν» καὶ «εὐλογήθηκαν» καὶ τώρα αὐτὸ φανερώνεται στὴν ἀτέλειωτη διαίρεση καὶ τὸν θρυμματισμὸ πρῶτα ἀπ’ ὅλα τοῦ ἴδιου τοῦ Προτεσταντισμοῦ.
.                 Συγκεκριμένα, ὁ Προτεσταντισμὸς διεκήρυξε ἀνοιχτὰ αὐτὸ τὸ μέγιστο ψεῦδος: Μπορεῖς νὰ εἶσαι χριστιανὸς χωρὶς νὰ ἀναγνωρίζεις καμία Ἐκκλησία. Συνδέοντας ὅμως τὰ μέλη του μὲ κάποιου εἴδους ὑποχρεωτικὲς αὐθεντίες καὶ ἐκκλησιαστικοὺς κανόνες, ὁ Προτεσταντισμὸς περιπλέκεται σὲ ἀδιέξοδες ἀντιφάσεις: Ὁ ἴδιος ἀπελευθέρωσε τὸ κάθε πρόσωπο ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία καὶ ὁ ἴδιος θέτει κάποια ὅρια αὐτῆς τῆς ἐλευθερίας. Ἀπὸ δῶ ξεκινάει ἡ ἀνταρσία τῶν προτεσταντῶν ἐναντίον τῶν λίγων καὶ οἰκτρῶν ὑπολειμμάτων ἐκκλησιαστικότητος, τὰ ὁποῖα ἀκόμη φυλάσσονται ἀπὸ τοὺς ἐπίσημους ἐκπροσώπους τῶν Ὁμολογιῶν τους.
.                 Εἶναι εὐνόητο ὅτι ὁ Προτεσταντισμὸς ἔχει ἀντιστοιχία πρὸ πάντων μὲ τὴ γενικὴ διάθεση ποὺ κυριαρχεῖ στὴ Δύση. Ἐκεῖ πέτυχαν μία πολὺ καλὴ ὀργάνωση τῆς ἐξωτερικῆς ζωῆς καὶ οἱ ἄνθρωποι κατέχονται ἀπὸ ἀλαζονεία γι’ αὐτὴ τὴν ἐπιτυχία καὶ ἀγάπησαν τὸν ἑαυτό τους σὲ τέτοιο βαθμὸ ποὺ λησμόνησαν τὸν Θεὸ καὶ τὸν πλησίον. Αὐτὴ τὴν ἁμαρτωλὴ φιλαυτία, τὴν περιφρόνηση πρὸς τὸν πλησίον, τὴ διακηρύττουν καὶ ἡ μοντέρνα φιλοσοφία καὶ ἡ λογοτεχνία. Πῶς ὁ ὑπερήφανος Εὐρωπαῖος νὰ δεχθεῖ τὴ διδασκαλία περὶ Ἐκκλησίας, ὅταν γι’ αὐτὸ θὰ πρέπει πρὶν ἀπ’ ὅλα νὰ ἀπαλλαχθεῖ ἀπὸ τὴ φιλαυτία καὶ τὴν αὐθαιρεσία, νὰ ὑποταχθεῖ στὴν Ἐκκλησία καὶ νὰ μάθει νὰ ἀγαπᾶ τοὺς ἀνθρώπους, βάζοντας τὸν ἑαυτό του ταπεινὰ κάτω ἀπὸ τοὺς ἄλλους;

ΠΗΓΗ: egolpion.com

Το Παγκόσμιο Συμβούλιο του Εωσφόρου (Π.Σ.Ε.) και η αιρετική δύση


Ο Άγιος Πατριάρχης Ιεροσολύμων Δοσίθεος (1647-1707) υπήρξε φωνή αληθεστάτη διά μέσου τών αιώνων διά τήν Αγίαν Ορθόδοξον Εκκλησίαν.
Εις τό έργον τού «ΟΜΟΛΟΓΙΑ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΠΙΣΤΕΩΣ» στή σελ. 4 γράφει: «Τέσσερα μεγάλα θηρία εγέννησεν ο ΙΣΤαιών: Τήν αίρεσιν τοῦ Λουθήρου, τήν αίρεσιν τοῦ Καλβίνου, τήν αίρεσιν τῶν Γιεζουβιτῶν (Ιησουïτῶν: Τάγμα θανάτου τού πάπα· σκοπός του η διάδοσις τοῦ παπισμοῦ καί η υποταγή όλων υπό τόν πάπα) καί τήν αίρεσιν τοῦ Νέου Καλενδαρίου. Κατά δέ τῆς αιρέσεως τοῦ Νέου Καλενδαρίου απεφάνθη η εν Κωνσταντινουπόλει Μεγάλη Οικουμενική Σύνοδος τώ 1593» (Εκκλησιολογικά Θέματα Αθήναι 1980, Τόμος Α, σελ. 61).
Τά κριτήρια γιά τήν επανένωση τῶν διηρημένων Χριστιανῶν δέν μπορεί νά είναι διαφορετικά απ’ όσα ισχύουν γιά τήν ένωση τῶν σωματείων καί οργανώσεων τῶν διαφόρων επιστημονικῶν κλάδων. Οι αστρονόμοι θά συγκλονίζοντο στήν ιδέα ότι θά έπρεπε νά ενωθούν μέ τούς αστρολόγους. Οι τελευταίοι θά πρέπει νά γίνουν αστρονόμοι, ώστε νά μπορέσουν νά γίνουν δεκτοί. Τά μέλη ενός συγχρόνου ιατρικού σωματείου θά συγκλονίζοντο εξ’ ίσου μέ τήν σύσταση, ότι πρέπει νά γίνουν ένα μέ τούς κομπογιαννίτες καί σφετεριστές τοῦ ιατρικοῦ επαγγέλματος. Μέ τόν ίδιο τρόπο οι Πατέρες θά κατεπλήσσοντο μέ τήν ιδέα μιάς ενώσεως τῆς παραδόσεώς των μέ ομολογίες, πού έχουν ελάχιστη ή καμμία κατανόηση γιά τήν Θεραπεία, τῆς Καθάρσεως, ελλάμψεως καί δοξασμοῦ καί έχουν παράσχει ιδρυματική αυθεντία στά χέρια ψευδοθεραπευτῶν. Τό αίτημα τῆς επανενώσεως είναι αίτημα επιτυχίας τῶν ομολογιῶν στό νά παραγάγουν τα αποτελέσματα γιά τά οποία υποτίθεται, ότι υπάρχει τό « Μακάριοι οι καθαροί τή καρδία, ότι αυτοί τόν Θεόν όψονται ».
Πιστεύουμε λοιπόν ότι η διαφορά τῆς Ορθοδοξίας από άλλες ομολογίες καί άλλες θρησκείες βρίσκεται, κυρίως στό θέμα τῆς θεραπείας. Η Ορθοδοξία έχει τέλειο θεραπευτικό σύστημα. Γνωρίζει τήν υγεία, βλέπει μέ ειλικρίνεια τά τραύματα τοῦ ανθρώπου καί συνιστά τέλειο θεραπευτικό τρόπο αγωγής. Έτσι ισχυριζόμαστε ότι, όταν αλλοιώνεται η πίστη, τότε αλλοιώνεται καί η θεραπεία τοῦ ανθρώπου. Οι Άγιοι Πατέρες υποδεικνύουν καί παρουσιάζουν αυτήν τήν θεραπευτική αγωγή. Οι αγώνες γιά τήν διαφύλαξη τῆς πίστεως έγιναν γιά νά διασωθή η μέθοδος θεραπείας.
Παραθέτω κατωτέρω ντοκουμέντα για την συγγένεια τῆς αιρετικῆς Δύσεως και τοῦ Παγκοσμίου Εωσφορικοῦ Συμβουλίου (Π.Σ.Ε.).
Α. Ο Μακαριστός Καθηγητής μου Ιωάννης Κορναράκης ονομάζει το Π.Σ.Ε. ως ένωση και πανσπερμία τῶν προτεσταντικῶν ομάδων πάσης φύσεως και παντός σκοποῦ (Ορθ. Τύπος).
Το Π.Σ.Ε. ο Πατριάρχης Κων/λεως, το θεωρεῖ ως τεταγμένο εις την εμβάθυνση τοῦ πνεύματος τοῦ Ευαγγελίου και γέφυρα για την ένωση «τῶν διηρημένων εκκλησιῶν». Επίσης, στην 60η επέτειο από τῆς ιδρύσεως τοῦ Π.Σ.Ε. (17 Φεβρουαρίου 2008) θεωρεῖ το Σύμβολο τῆς Πίστεως ξεπερασμένο, διότι οι 340 αιρετικές ομάδες τοῦ Π.Σ.Ε. δεν έχουν ανάγκη την ορθή Πίστη, Παράδοση και Αποστολική Διαδοχή, αλλά το κάθε είδους «βάπτισμα». Οι κακοδοξίες και πλάνες τοῦ Π.Σ.Ε. είναι «διαφορετικοί τρόποι διατυπώσεως τῆς ίδιας πίστεως και ποικιλία χαρισμάτων τοῦ Αγίου Πνεύματος.» (Ορθ. Τύπος 19 Φεβρουαρίου 2008).
Επίσης ομιλεῖ για «μεγάλη ποικιλία θεολογικῶν, δογματικῶν και εκκλησιολογικῶν παραδόσεων», εγκωμιάζοντας την παναίρεση τοῦ Οικουμενισμοῦ, η οποία διέστρεψε την Αγία Γραφή και το μήνυμα τῆς Σωτηρίας. Θεωρεῖ απαραίτητη την κοινωνίαν τῶν ομολογιῶν με κοινή πίστη, κοινή δογματική διδασκαλία, κοινό ευχαριστιακό τραπέζι, που είναι το άκρον άωτον τοῦ παραλογισμοῦ και τοῦ δογματικοῦ «τραυματισμοῦ τοῦ Τριαδικοῦ Μυστηρίου».
Η Πατραρχική Εγκύκλιος τοῦ 1920 που συνετέλεσε στην γέννηση τῆς αντιχρίστου Παναιρέσεως τοῦ Οικουμενισμοῦ αποτελεῖ για τον Πατριάρχη «ιστορικό γεγονός» και θεωρεῖ τους αιρετικούς και τις ομολογίες τους ως Εκκλησία.
Τις παραπάνω αιρετικές κακοδοξίες τοῦ Οικ. Πατριάρχου εδέχθησαν και οι άλλοι προκαθήμενοι που συμμετεῖχαν στην ψευδοσύνοδο τῆς Κρήτης.
Β. Ιερομάρτυς Ιλαρίων Τρόϊτσκι:
ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΕΣ ΑΛΛΟΙΩΣΕΙΣ
ΠΑΠΙΣΜΟΥ – ΠΡΟΤΕΣΤΑΝΤΙΣΜΟΥ
Του Πρωτ. Ιωάννη Φωτόπουλου
O Διάβολος καθημερινά πανηγυρίζει βλέποντας σε πόσες σέχτες διαιρέθηκαν οι «πιστοί» του Ιησού.
Η αλήθεια της Εκκλησίας διεστράφη πολύ στη Δύση μετά την έκπτωση της Ρώμης από την Εκκλησία και η Βασιλεία τού Θεού άρχι­σε να μοιάζει εκεί με κάποια επίγεια βασιλεία. Ο Λατινισμός με τους γήινους υπολογισμούς των «καλών έργων», με τη μισθωτή σχέση προς τον Θεό, με την παραχάραξη της σωτηρίας, συσκότισε στη συνείδηση των μελών του τη χριστιανική αντίληψη της Εκκλησίας.
Ο Λατινισμός στο πρόσωπο του Προτεσταντισμού γέννησε ένα εντελώς νόμιμο, αν και πολύ ατίθασο, πνευματικό τέκνο. Ο Προτε­σταντισμός δεν ήταν μια διαμαρτυρία της πρωτοχριστιανικής εκκλησιαστικής συνειδήσεως ενάντια σ’ αυτές τις παραχαράξεις της αλή­θειας, τις οποίες είχε κάμει παραδεκτές ο μεσαιωνικός Παπισμός. Μ’ αυτόν τον τρόπο, όχι σπάνια, έχουν την τάση να παρουσιάζουν τη Διαμαρτύρηση οι προτεστάντες θεολόγοι. Όμως, όχι! Ο Προτεσταντι­σμός ήταν διαμαρτυρία μιας ανθρώπινης ιδέας εναντίον μιας άλλης. Δεν αποκατέστησε τον αρχαίο ΧριστιανισμόΤο μόνο που έκανε ήταν να αντικαταστήσει την παραχάραξη τού Χριστιανισμού με μιαν άλλη παραχάραξη κι αυτό το νέο ψεύδος ήταν πικρότερο από το πρώτο.
Ο Προτεσταντισμός είπε τον τελευταίο λόγο τού Παπισμού, έβγα­λε το τελευταίο λογικό του συμπέρασμα.
Η αλήθεια και η σωτηρία είναι δοσμένα από την αγάπη, δηλ. από την Εκκλησία. Τέτοια είναι η εκκλησιαστική συνείδηση. Ο Λατινισμός, αφού εξέπεσε από την Εκκλησία, άλλαξε αυτή τη συνείδηση και διεκήρυξε: Η αλήθεια δίδεται από το ξεχωριστό πρόσωπο τού Πάπα, από ένα ιδιαίτερο πρόσωπο χωρίς την Εκκλησία, και ο Πάπας έχει την ευθύνη της σωτηρίας όλων.
Ο Προτεσταντισμός μόνο αυτό εξέφρασε: Γιατί η αλήθεια να δίδεται μόνο από έναν Πάπα; Και πρόσθεσε: η αλήθεια και η σωτηρία αποκαλύπτονται σε κάθε ξεχωριστό πρόσωπο ανεξάρτητα από την Εκκλησία. Έτσι κάθε ένας άνθρωπος προβιβάστηκε σε αλάθητο πάπα. Ο Προτεσταντισμός φόρεσε την παπική τιάρα σε κάθε Γερμανό καθηγητή-θεολόγο και με τους αμέτρητους αυτούς πάπες κατέστρε­ψε τελείως την ιδέα της Εκκλησίας.
Υποκατέστησε την πίστη με τη λογική του ατόμου και τη σωτηρία εν τη Εκκλησία με την ονειροπόλο βεβαιότητα για τη σωτηρία μέσω τού Χριστού χωρίς την Εκκλησία, σε μια φίλαυτη απομόνωση από όλους. Για τον προτεστάντη αλήθεια είναι μόνο ό,τι του αρέσει, ό,τι νομίζει αυτός ως αλήθεια.
Στην πράξη βέβαια και οι προτεστάντες από την αρχή, με πλάγιους τρόπους, λα­θραία θα λέγαμε, επέβαλαν κάποια στοιχεία δόγματος σχετικά με την Εκκλησία αναγνωρίζοντας κάποιες αυθεντίες, μόνο όμως στην περιοχή της διδασκαλίας της πίστεως. Όντας όμως ουσιαστικά εκκλησιαστικός αναρχισμός, ο καθαρός Προτεσταντισμός, όπως κάθε αναρχισμός, στην πραγματικότητα αποδείχτηκε τελείως μη πραγματοποιήσιμος κι έτσι μας έδωσε φανερή μαρτυρία γι’ αυτή την αναμφισβήτητη αλήθεια ότι η ανθρώπινη ψυχή είναι από τη φύση της εκκλησιαστική.
Όμως ο Προτεσταντισμός ταίριαξε στο γούστο με την ανθρώπινη φιλαυτία και την αυθαιρεσία κάθε είδους. Η φιλαυτία και η αυθαιρεσία μέσα στον Προτεσταντισμό, όπως ειπώθηκε, κατά κάποιον τρό­πο «εξαγιάσθηκαν» και «ευλογήθηκαν» και τώρα αυτό φανερώνεται στην ατέλειωτη διαίρεση και τον θρυμματισμό πρώτα απ’ όλα του ίδιου τού Προτεσταντισμού.
Συγκεκριμένα, ο Προτεσταντισμός διεκήρυξε ανοιχτά αυτό το μέγιστο ψεύδος: Μπορείς να είσαι χριστιανός χωρίς να αναγνωρίζεις καμία Εκκλησία. Συνδέοντας όμως τα μέλη του με κάποιου είδους υποχρεωτικές αυθεντίες και εκκλησιαστικούς κανόνες, ο Προτεσταντισμός περιπλέκεται σε αδιέξοδες αντιφάσεις: Ο ίδιος απελευθέρωσε το κάθε πρόσωπο από την Εκκλησία και ο ίδιος θέτει κάποια όρια αυτής της ελευθερίας. Από δω ξεκινάει η ανταρσία των προτεσταντών εναντίον των λίγων και οικτρών υπο­λειμμάτων εκκλησιαστικότητος, τα οποία ακόμη φυλάσσονται από τους επίσημους εκπροσώπους των Ομολογιών τους.
Είναι ευνόητο ότι ο Προτεσταντισμός έχει αντιστοιχία προ πάντων με τη γενική διάθεση που κυριαρχεί στη Δύση. Εκεί πέτυχαν μια πολύ καλή οργάνωση της εξωτερικής ζωής και οι άνθρωποι κατέχονται από αλαζονεία γι’ αυτή την επιτυχία και αγάπησαν τον εαυτό τους σε τέτοιο βαθμό που λησμόνησαν τον Θεό και τον πλησίον. Αυτή την αμαρτωλή φιλαυτία, την περιφρόνηση προς τον πλησίον, τη διακηρύτ­τουν και η μοντέρνα φιλοσοφία και η λογοτεχνία. Πως ο υπερήφανος ευρωπαίος να δεχθεί τη διδασκαλία περί Εκκλησίας, όταν γι’ αυτό θα πρέπει πριν απ’ όλα να απαλλαχθεί από τη φιλαυτία και την αυθαιρεσία, να υποταχθεί στην Εκκλησία και να μάθει να αγαπά τους ανθρώπους, βάζοντας τον εαυτό του ταπεινά κάτω από τους άλλους;
(Μικρό ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ ΑΠΟ ΤΟ ΕΞΑΙΡΕΤΙΚΟ ΒΙΒΛΙΟ «Αρχιεπίσκοπος Ιλαρίων Τρόϊτσκι (1886-1929) Ιερομάρτυς και πρόμαχος της Εκκλησίας του Χριστού» του Πρωτ. Ιωάννη Φωτόπουλου
Γ. Ιερομάρτυς Ιλαρίων Τρόιτσκι: Ο θρυμματισμός του Προτεσταντισμού
Μ’ αυτή την ίδια νέκρα ρεζιλεύεται και η προτεσταντική ψευδοδιδασκαλία. Τι κατάφεραν οι προτεστάντες ατιμάζοντας με τις σοφιστείες τους την ιδέα της Εκκλησίας; Κατάφεραν μόνο τον διαμελισμό και μάλιστα ένα διαμελισμό χωρίς καμιά ελπίδα.
Ο Προ­τεσταντισμός συνεχώς θραύεται σε σέκτες. Εκκλησιαστική προτε­σταντική ζωή δεν υπάρχει. Υπάρχει κάποια «μισο-ζωή» χωρισμένων σεκτών και κοινοτήτων. Την κοινή εκκλησιαστική ζωή, για την οποία προσευχήθηκε ο Κύριος Ιησούς Χριστός στην Αρχιερατική προσευ­χή, ο Προτεσταντισμός τη φόνευσε. Πράγματι, οι ακραίοι «ορθό­δοξοι» προτεστάντες στέκονται πολύ εγγύτερα στους ορθοδόξους χριστιανούς παρά στους προτεστάντες των ακραίων ορθολογιστικών ομάδων, οι οποίες τίποτε κοινό δεν έχουν μεταξύ τους εκτός από αυθαίρετη, και χωρίς καμιά βάση, ιδιοποίηση απ’ αυτούς της ονο­μασίας «προτεστάντες» μιας και γι’ αυτό κανείς δεν θα τους διώξει δικαστικώς. Ποια ενότητα είναι δυνατή μεταξύ τους; Ποια κοινή ζωή μπορεί να υπάρχει  σ’ αυτούς;
Αυτά που λέμε δεν είναι δικά μας. Σε στιγμές ειλικρίνειας αυτά τα ίδια και με ακόμα μεγαλύτερη οξύτητα τα λέγουν και οι ίδιοι οι προτεστάντες. «Η χώρα», γράφει ένας απ’ αυτούς, «η οποία ήταν η κοιτίδα της Μεταρρυθμίσεως, έγινε ο τάφος της πίστεως της Μεταρρυθμίσεως. Η προτεσταντική πίστη είναι ετοιμοθάνατη. Όλες οι νεότερες εργασίες για τη Γερμανία καθώς και όλες οι προσωπικές εκτιμήσεις είναι σύμφωνες μ’ αυτό»«Δεν παρατηρείται στη θεολο­γία μας το γεγονός ότι οι εκπρόσωποί της έχασαν κάθε απόλυτο;», ρωτάει κάποιος άλλος.
Ακόμη θλιβερότερα λόγια ενός τρίτου: «Η ζωτική δύναμη του Προτεσταντισμού εξαντλείται στη σύγχυση των δογματικών σχολών, των θεολογικών ερίδων, των εκκλησιαστικών δι­ενέξεων… Η Μεταρρύθμιση λησμονείται ή περιφρονείται. Ο λόγος του Θεού, για τον οποίο πέθαναν οι Πατέρες αμφισβητείται. Ο Προ­τεσταντισμός είναι σκόρπιος, ασθενής, αδύναμος».
Και ο ορθόδοξος ερευνητής του Λουθηρανισμού τελειώνει την εργασία του μ’ αυτό το λυπηρό συμπέρασμα: «Εγκαταλελειμμένοι στην τύχη τους, στην υποκειμενική τους λογική και πίστη οι λουθηρανοί προχώρησαν τολ­μηρά σε λαθεμένο δρόμο. Ο αυτονομημένος και αυτοδίδακτος ατομισμός διέστρεψε τον Χριστιανισμό, διέστρεψε την ίδια τη συμβολική διδασκαλία της πίστεως και έφερε τον λουθηρανισμό στο χείλος της καταστροφής. Όλο και περισσότερο απορρίπτονται στον λουθηρανι­σμό οι αυθεντίες των πρώτων μεταρρυθμιστών, όλο και περισσότερο εξαφανίζεται το κοινό πιστεύω, όλο και περισσότερο πλησιάζει ο λουθηρανισμός στον πνευματικό του θάνατο»[1].
Τον τελευταίο καιρό προέκυψαν στον Προτεσταντισμό όχι και λίγα φαινόμενα τα οποία αποκάλυψαν όλη την καταστροφικότητα και την ψευτιά του χωρισμού χριστιανισμού και Εκκλησίας που ο ίδιος προκάλεσε. Μεταξύ των παστόρων εμφανίστηκαν κάποιοι οι οποίοι στους πιστούς τους όχι μόνο δεν εκήρυτταν Χριστόν εσταυρωμένον, αλλά αρνούνταν ακόμη  και την ύπαρξη προσωπικού Θεού. Κάποιοι άλλοι εξέφρασαν ανοιχτά τη συμπάθειά τους σε κάποιον κακόβου­λο εχθρό του χριστιανισμού[2], ο οποίος καλυπτόμενος πίσω από την επιστήμη, «απέδειξε» ότι ο Χριστός ποτέ μα ποτέ δεν έζησε στη γη, ότι, επομένως, όλο το Ευαγγέλιο είναι μόνο μύθος. Σ’ εμάς υπάρχουν πολλοί που έχουν την τάση να ονομάζουν τους προτεστάντες χρι­στιανούς. Γι’ αυτούς είναι δύσκολο να υποθέσουμε ότι έχουν υγιή τον νου τους (δες παραπάνω τους λόγους του Μ. Αθανασίου).
Πράγματι, τώρα είναι στον καθένα σαφές ότι χάνοντας την Εκκλησία οι προτε­στάντες χάνουν και τον Θεάνθρωπο Χριστό. Σήμερα οι προτεστάντες παραδέχονται ανοιχτά ότι στη Γερμανία αναγνωρίζει τη θεότητα του Χριστού όχι περισσότερο από το ένα τρίτο των παστόρων. Αυτό δεν είναι τίποτε άλλο από πνευματικός θάνατος διότι «ο μη έχων τον υιόν του Θεού, την ζωήν ουκ έχει» (Α Ιω. 5,12).
__________________
[1] ΤΕΡΕΝΤΙΕΦ Ν., Τό σύστημα τής λουθηρανικής ομολογίας πίστεως στά συμβολικά βιβλία τοϋ λουθηρανισμού, Καζάν σ. 460 (έπ. ρωσ. έκδ.).
[2] Paul Drews (1858-1912): Γερμανός προτεστάντης θεολόγος

Ιερομάρτυς Ιλαρίων Τρόιτσκι: Ο θρυμματισμός του Προτεσταντισμού


Ιερομάρτυς Ιλαρίων Τρόϊτσκι (1886-1929) 
Μ’ αυτή την ίδια νέκρα ρεζιλεύεται και η προτεσταντική ψευδοδιδασκαλία. Τι κατάφεραν οι προτεστάντες ατιμάζοντας με τις σοφιστείες τους την ιδέα της Εκκλησίας; Κατάφεραν μόνο τον διαμελισμό και μάλιστα ένα διαμελισμό χωρίς καμιά ελπίδα. 

Ο Προ­τεσταντισμός συνεχώς θραύεται σε σέκτες. Εκκλησιαστική προτε­σταντική ζωή δεν υπάρχει. Υπάρχει κάποια «μισο-ζωή» χωρισμένων σεκτών και κοινοτήτων. Την κοινή εκκλησιαστική ζωή, για την οποία προσευχήθηκε ο Κύριος Ιησούς Χριστός στην Αρχιερατική προσευ­χή, ο Προτεσταντισμός τη φόνευσε. Πράγματι, οι ακραίοι «ορθό­δοξοι» προτεστάντες στέκονται πολύ εγγύτερα στους ορθοδόξους χριστιανούς παρά στους προτεστάντες των ακραίων ορθολογιστικών ομάδων, οι οποίες τίποτε κοινό δεν έχουν μεταξύ τους εκτός από αυθαίρετη, και χωρίς καμιά βάση, ιδιοποίηση απ’ αυτούς της ονο­μασίας «προτεστάντες» μιας και γι’ αυτό κανείς δεν θα τους διώξει δικαστικώς. Ποια ενότητα είναι δυνατή μεταξύ τους; Ποια κοινή ζωή μπορεί να υπάρχει  σ’ αυτούς;
Αυτά που λέμε δεν είναι δικά μας. Σε στιγμές ειλικρίνειας αυτά τα ίδια και με ακόμα μεγαλύτερη οξύτητα τα λέγουν και οι ίδιοι οι προτεστάντες. «Η χώρα», γράφει ένας απ’ αυτούς, «η οποία ήταν η κοιτίδα της Μεταρρυθμίσεως, έγινε ο τάφος της πίστεως της Μεταρρυθμίσεως. Η προτεσταντική πίστη είναι ετοιμοθάνατη. Όλες οι νεότερες εργασίες για τη Γερμανία καθώς και όλες οι προσωπικές εκτιμήσεις είναι σύμφωνες μ’ αυτό»«Δεν παρατηρείται στη θεολο­γία μας το γεγονός ότι οι εκπρόσωποί της έχασαν κάθε απόλυτο;», ρωτάει κάποιος άλλος.
Ακόμη θλιβερότερα λόγια ενός τρίτου: «Η ζωτική δύναμη του Προτεσταντισμού εξαντλείται στη σύγχυση των δογματικών σχολών, των θεολογικών ερίδων, των εκκλησιαστικών δι­ενέξεων... Η Μεταρρύθμιση λησμονείται ή περιφρονείται. Ο λόγος του Θεού, για τον οποίο πέθαναν οι Πατέρες αμφισβητείται. Ο Προ­τεσταντισμός είναι σκόρπιος, ασθενής, αδύναμος».
Και ο ορθόδοξος ερευνητής του Λουθηρανισμού τελειώνει την εργασία του μ’ αυτό το λυπηρό συμπέρασμα: «Εγκαταλελειμμένοι στην τύχη τους, στην υποκειμενική τους λογική και πίστη οι λουθηρανοί προχώρησαν τολ­μηρά σε λαθεμένο δρόμο. Ο αυτονομημένος και αυτοδίδακτος ατομισμός διέστρεψε τον Χριστιανισμό, διέστρεψε την ίδια τη συμβολική διδασκαλία της πίστεως και έφερε τον λουθηρανισμό στο χείλος της καταστροφής. Όλο και περισσότερο απορρίπτονται στον λουθηρανι­σμό οι αυθεντίες των πρώτων μεταρρυθμιστών, όλο και περισσότερο εξαφανίζεται το κοινό πιστεύω, όλο και περισσότερο πλησιάζει ο λουθηρανισμός στον πνευματικό του θάνατο»[1].
Τον τελευταίο καιρό προέκυψαν στον Προτεσταντισμό όχι και λίγα φαινόμενα τα οποία αποκάλυψαν όλη την καταστροφικότητα και την ψευτιά του χωρισμού χριστιανισμού και Εκκλησίας που ο ίδιος προκάλεσε. Μεταξύ των παστόρων εμφανίστηκαν κάποιοι οι οποίοι στους πιστούς τους όχι μόνο δεν εκήρυτταν Χριστόν εσταυρωμένον, αλλά αρνούνταν ακόμη  και την ύπαρξη προσωπικού Θεού. Κάποιοι άλλοι εξέφρασαν ανοιχτά τη συμπάθειά τους σε κάποιον κακόβου­λο εχθρό του χριστιανισμού[2], ο οποίος καλυπτόμενος πίσω από την επιστήμη, «απέδειξε» ότι ο Χριστός ποτέ μα ποτέ δεν έζησε στη γη, ότι, επομένως, όλο το Ευαγγέλιο είναι μόνο μύθος. Σ’ εμάς υπάρχουν πολλοί που έχουν την τάση να ονομάζουν τους προτεστάντες χρι­στιανούς. Γι’ αυτούς είναι δύσκολο να υποθέσουμε ότι έχουν υγιή τον νου τους (δες παραπάνω τους λόγους του Μ. Αθανασίου).
Πράγματι, τώρα είναι στον καθένα σαφές ότι χάνοντας την Εκκλησία οι προτε­στάντες χάνουν και τον Θεάνθρωπο Χριστό. Σήμερα οι προτεστάντες παραδέχονται ανοιχτά ότι στη Γερμανία αναγνωρίζει τη θεότητα του Χριστού όχι περισσότερο από το ένα τρίτο των παστόρων. Αυτό δεν είναι τίποτε άλλο από πνευματικός θάνατος διότι «ο μη έχων τον υιόν του Θεού, την ζωήν ουκ έχει» (Α Ιω. 5,12).
__________________
[1]      ΤΕΡΕΝΤΙΕΦ Ν., Τό σύστημα τής λουθηρανικής ομολογίας πίστεως στά συμβολικά βιβλία τοϋ λουθηρανισμού, Καζάν σ. 460 (έπ. ρωσ. έκδ.).
[2]      Paul Drews (1858-1912): Γερμανός προτεστάντης θεολόγος

Αρχιεπίσκοπος Ιλαρίων Τρόϊτσκι Η ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ ΤΟΥ .ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑ ΚΑΙ ΠΙΣΤΗ

Αρχιεπίσκοπος Ιλαρίων Τρόϊτσκι: Δεν υπάρχει ΑΓΑΠΗ εκτός Εκκλησίας


Ο μακάριος Αυγουστίνος δέχεται ότι η χριστιανική διδασκαλία όταν κατανοείται θεωρητικά, μπορεί να φυλαχθεί και εκτός Εκκλη­σίας. Η αλήθεια παραμένει αλήθεια ακόμη κι αν την εκφράζει ένας κακός άνθρωπος. Πράγματι και οι δαίμονες ομολογούσαν τον Χριστό, όπως και ο Απόστολος Πέτρος.



Ο χρυσός είναι αναμφίβολα καλός και παραμένει χρυσός ακόμη και στους κλέφτες, έστω κι αν χρησι­μεύει για τους κακούς τους σκοπούς. Ο Χριστός είπε κάποτε στους μαθητές Του: «εκείνος που δεν είναι εναντίον μας είναι με το μέρος μας» (Λουκ. 9, 50).

Από αυτό μπορείς να συμπεράνεις ότι εκείνος που στέκεται εκτός Εκκλησίας σε κάποια θέματα δεν είναι εναντίον της Εκκλησίας και έχει κάτι από τον εκκλησιαστικό πλούτο. Οι Αθηναίοι τιμούσαν τον άγνωστο Θεό (Πράξ. 17, 23) και ο Απόστολος Ιάκωβος μαρτυρεί ότι «και τα δαιμόνια πιστεύουσι» (Ιακ. 2, 19) αλλά αυτά, βέβαια, είναι εκτός Εκκλησίας. Στα συγγράμματά του κατά των Δονατιστών ο μακάριος Αυγουστίνος λεπτομερώς αποδεικνύει και υποστηρίζει κάποιου είδους εγκυρότητα στο σχισματικό βάπτισμα.

Όμως αν και εκτός Εκκλησίας μπορεί να διαφυλάσσεται η αληθινή διδασκαλία, αν ακόμη και τα Μυστήρια τελούμενα ξέχωρα από την Εκκλησία είναι έγκυρα, τότε σε τι είναι αναγκαία η Εκκλησία; Δεν είναι άραγε δυνατή η σωτηρία εκτός Εκκλησίας; Δεν αποχωρίζει έτσι ο μακάριος Αυγουστίνος τον Χριστιανισμό από την Εκκλησία; Δεν παραδέχεται τη δυνατότητα υπάρξεως Χριστιανισμού χωρίς Εκκλη­σία;

Σε όλα αυτά τα ερωτήματα δίδεται αρνητική απάντηση από τον μακάριο Αυγουστίνο. Τη χριστιανική ζωή που οδηγεί στη σωτηρία ο μακάριος Αυγουστίνος την εγγράφει μόνο στην Εκκλησία και εκτός Εκκλησίας τέτοια ζωή δεν μπορεί να υπάρξει.


Το γεγονός ότι οι αποκομμένοι από την Εκκλησία φυλάσσουν κάτι από τον εκκλησιαστικό πλούτο δεν προσφέρει απολύτως κα­μιά ωφέλεια, αλλά μόνο βλάβη. Πως έτσι; Διότι, απαντά ο μακάριος Αυγουστίνος, όλοι οι αποκομμένοι από την Εκκλησία δεν έχουν αγάπη.

Ο Χριστός υπέδειξε ένα σημείο με το οποίο μπορεί κάποιος να γνωρίσει τους μαθητές του. Το σημείο αυτό δεν είναι η χριστιανική διδασκαλία, ούτε και τα μυστήρια, αλλά μόνον η αγάπη. «Εν τούτω», είπε Εκείνος στους μαθητές Του «γνώσονται πάντες ότι εμοί μαθηταί έστε, εάν αγάπην έχητε εν αλλήλοις» (Ιω. 13, 35). Τα Μυστήρια δεν σώζουν εάν εκείνος που τα δέχεται δεν έχει αγάπη.

Ο Απόστολος λέγει: «Εάν… ειδώ τα μυστήρια (sacramenta) πάντα…, αγάπην δε μη έχω ουδέν ειμί» (Α Κορ. 13,2). Προφήτευσε ο Καϊάφας αλλά κατεκρίθη. Αυτός ο ίδιος ο χωρισμός από την Εκκλησία είναι η μεγαλύτερη αμαρτία, η οποία αποδεικνύει ότι στους σχισματικούς δεν υπάρχει αγάπη. Ο αναγεννημένος στο βάπτισμα αλλά μη ενωμένος με την Εκκλησία δεν έχει κανένα όφελος από το βάπτισμα επειδή δεν έχει αγάπη. Το βάπτισμα αρχίζει να είναι σωτήριο γι’ αυτόν τότε μόνο, όταν ενώνεται με την Εκκλησία.

Η Χάρις του βαπτίσματος δεν μπορεί να καθαρίσει από τις αμαρτίες εκείνον ο οποίος δεν ανήκει στην Εκκλησία. Η ενέργειά του κατά κάποιον τρόπο παραλύει από την επιμονή της καρδιάς του σχισματικού στο κακό, δηλαδή στο σχίσμα. Έτσι, καθώς ο βαπτιζόμενος, αμέσως μετά το βάπτισμα μπαίνοντας στο σκοτάδι του σχίσματος, διακρίνει την αμαρτωλότητά του, την απουσία δηλαδή απ’ αυτόν της αγάπης, ευθύς και οι αμαρτίες επιστρέφουν σ’ αυτόν.

Ότι οι συγχωρημένες αμαρτίες επιστρέφουν αν δεν υπάρχει αδελφική αγάπη, το έδειξε χειροπιαστά ο Κύριος όταν μίλησε για τον δούλο στον οποίο ο κύριός του χάρισε το χρέος 10.000 ταλάντων. Όταν ο δούλος εκείνος δεν σπλαχνίστηκε τον σύνδουλό του, που του όφειλε 10 δηνάρια, τότε ο κύριος διέταξε να του δώσει πίσω όλα όσα του όφειλε.

Όπως εκείνος ο δούλος για ένα χρονικό διάστημα έλαβε άφεση του χρέους έτσι και ο βαπτιζόμενος εκτός Εκκλησίας επίσης για κάποιο χρονικό διάστημα ελευθερώνεται από τις αμαρτίες του, αλλά καθώς μετά το βάπτισμα παραμένει εκτός Εκκλησίας, τότε του καταλογίζονται εκ νέου όλες οι αμαρτίες που έκαμε πριν το βάπτισμα.

Τότε μόνο του συγχωρούνται οι αμαρτίες, όταν αγαπητικά ενωθεί με την Εκκλησία. Οι σχισματικοί στερούνται της ελπίδος της σωτηρί­ας όχι επειδή το βάπτισμά τους είναι ανενεργό, αλλά μόνο επειδή είναι εκτός Εκκλησίας και διάκεινται εχθρικά προς αυτήν. Τη Χάρη του Αγίου Πνεύματος μπορεί να τη λάβει και να τη φυλάξει μόνο όποιος είναι ενωμένος εν αγάπη με την Εκκλησία.

Όποιος χωρίστηκε από την Εκκλησία, δεν έχει αγάπη. Δεν υπάρχει αγάπη προς τον Θεό σε εκείνον που δεν αγαπά την ενότητα της Εκκλησίας. Ματαίως λέει ότι έχει χριστιανική αγάπη. Η αγάπη μπορεί να τηρηθεί μόνο σε ενότητα με την Εκκλησία, επειδή το Άγιο Πνεύμα ζωογονεί μόνο το Σώμα της Εκκλησίας. Καμιά νόμιμη και επαρκής αιτία δεν μπορεί να υπάρξει για να χωρισθεί κάποιος από την Εκκλησία. Όποιος απεκόπη από την Εκκλησία δεν έχει το Άγιο Πνεύμα, όπως και το αποκομμένο από το σώμα μέλος δεν έχει πνοή ζωής έστω κι αν για κάποιο διάστημα δι­ατηρεί το προηγούμενο σχήμα του. Γι’ αυτό όλοι οι αποκομμένοι από την Εκκλησία, όσο εναντιώνονται σ’ αυτήν δεν μπορούν να είναι καλοί, ακόμη κι αν η συμπεριφορά τους φαίνεται αξιέπαινη. Αυτός καθαυτόν ο χωρισμός τους από την Εκκλησία τους κάμει κακούς.

Έτσι, κατά τη διδασκαλία του μακαρίου Αυγουστίνου, η Εκκλη­σία είναι έννοια πολύ στενότερη από τον Χριστιανισμό, όταν αυτός κατανοείται υπό την έννοια μόνο θεωρητικών θέσεων. Παραμένοντας κάποιος εκτός Εκκλησίας, μπορεί να είναι σε συμφωνία μ’ αυτές τις θεωρητικές τοποθετήσεις. Για την ένωση με την Εκκλησία, είναι απαραίτητη εκτός αυτού η συμφωνία βουλήσεων (consensio voluntatum). Αλλά είναι φανερό ότι χωρίς αυτή την τελευταία, μόνη η θεωρητική συμφωνία με τη χριστιανική διδασκαλία είναι τελείως ανώφελη γιατί εκτός Εκκλησίας δεν υπάρχει σωτηρία. Στη ζωή ο Χριστιανισμός συ­μπίπτει τελείως με την Εκκλησία.

Οι απόψεις του αγίου Κυπριανού και του μακαρίου Αυγουστίνου, αν και φαινομενικά είναι λίγο διαφορετικές μεταξύ τους, καταλήγουν στο ίδιο ακριβώς συμπέρασμα: extra Ecclesiam nulla salus δηλαδή εκτός Εκκλησίας δεν υπάρχει σωτηρία.

Σώζει τους ανθρώπους η αγάπη η οποία είναι Χάρις, δώρο της Καινής Διαθήκης. Εκτός Εκκλησίας είναι αδύνατο να τηρήσεις την αγάπη επειδή εκεί δεν είναι δυνατόν να λάβεις το Άγιο Πνεύμα.
Από το βιβλίο:
Αρχιεπίσκοπος Ιλαρίων Τρόϊτσκι (1886-1929) Ιερομάρτυς και πρόμαχος της Εκκλησίας του Χριστού
π. Ιωάννη Φωτόπουλου

Διαφορές γοτθικῶν καί ὀρθοδόξων ναῶν:Θρησκευτικός τρόμος, σχολαστικισμός & ἄρρωστος μυστικισμός ἀπέναντι στή νήψη



Ο σχολαστικισμός στους δυτικούς αιρετικούς άλλαξε την πνευματική ζωή με τα πολυποίκιλα άνθη του συναισθήματος και τις ωραίες εξάρσεις του θελήματος. Στη δυτική θρησκευτική σκέψη ο σχολαστικισμός κυριαρχεί: Οι καθολικοί διδάσκονται σύμφωνα με τον Θωμά τον Ακινάτη, οι προτεστάντες ασχολήθηκαν με τη θρησκευτική σκέψη χάριν αυτής της ίδιας της σκέψεως χωρίς καμιά σύνδεση με τη ζωή. Ήδη οι αρχαίοι εκκλησιαστικοί συγγραφείς κατηγορούσαν τους αιρετικούς για τον ορθολογισμό τους και τους δυτικούς αιρετικούς άρχισαν να τους κατηγορούν για τον ίδιο λόγο οι ορθόδοξοι θεολόγοι ξεκινώντας από τον Χομιακόφ.Αυτόν συγκεκριμένα τον ορθολογισμό στη χρι­στιανική ζωή, νομίζω, κηρύττει τρόπον τινά και η γοτθική αρχιτεκτονική των δυτικών ναών. Γι’ αυτό μοιάζει ταιριαστό που ο Δάντης πα­ρουσιάζει στην «Κόλαση» να βασανίζουν τους δυτικούς αιρετικούς σε στενά φέρετρα. Πιο στενούς, πιο μονόχνωτους ανθρώπους δεν μπορεί κανείς να φανταστεί από τους ορθολογιστές.

Ο θρυμματισμός του Προτεσταντισμού (Ιερομάρτυς Ιλαρίων Τρόιτσκι)


Μ’ αυτή την ίδια νέκρα ρεζιλεύεται και η προτεσταντική ψευδοδιδασκαλία. Τι κατάφεραν οι προτεστάντες ατιμάζοντας με τις σοφιστείες τους την ιδέα της Εκκλησίας; Κατάφεραν μόνο τον διαμελισμό και μάλιστα ένα διαμελισμό χωρίς καμιά ελπίδα. Ο Προτεσταντισμός συνεχώς θραύεται σε σέκτες. Εκκλησιαστική προτεσταντική ζωή δεν υπάρχει. Υπάρχει κάποια «μισο-ζωή» χωρισμένων σεκτών και κοινοτήτων. Την κοινή εκκλησιαστική ζωή, για την οποία προσευχήθηκε ο Κύριος Ιησούς Χριστός στην Αρχιερατική προσευ­χή, ο Προτεσταντισμός τη φόνευσε. Πράγματι, οι ακραίοι «ορθό­δοξοι» προτεστάντες στέκονται πολύ εγγύτερα στους ορθοδόξους χριστιανούς παρά στους προτεστάντες των ακραίων ορθολογιστικών ομάδων, οι οποίες τίποτε κοινό δεν έχουν μεταξύ τους εκτός από αυθαίρετη, και χωρίς καμιά βάση, ιδιοποίηση απ’ αυτούς της ονο­μασίας «προτεστάντες» μιας και γι’ αυτό κανείς δεν θα τους διώξει δικαστικώς. Ποια ενότητα είναι δυνατή μεταξύ τους; Ποια κοινή ζωή μπορεί να υπάρχει σ’ αυτούς;

Αυτά που λέμε δεν είναι δικά μας. Σε στιγμές ειλικρίνειας αυτά τα ίδια και με ακόμα μεγαλύτερη οξύτητα τα λέγουν και οι ίδιοι οι προτεστάντες. «Η χώρα», γράφει ένας απ’ αυτούς, «η οποία ήταν η κοιτίδα της Μεταρρυθμίσεως, έγινε ο τάφος της πίστεως της Μεταρρυθμίσεως. Η προτεσταντική πίστη είναι ετοιμοθάνατη. Όλες οι νεότερες εργασίες για τη Γερμανία καθώς και όλες οι προσωπικές εκτιμήσεις είναι σύμφωνες μ’ αυτό». «Δεν παρατηρείται στη θεολο­γία μας το γεγονός ότι οι εκπρόσωποί της έχασαν κάθε απόλυτο;», ρωτάει κάποιος άλλος.

Ακόμη θλιβερότερα λόγια ενός τρίτου: «Η ζωτική δύναμη του Προτεσταντισμού εξαντλείται στη σύγχυση των δογματικών σχολών, των θεολογικών ερίδων, των εκκλησιαστικών δι­ενέξεων… Η Μεταρρύθμιση λησμονείται ή περιφρονείται. Ο λόγος του Θεού, για τον οποίο πέθαναν οι Πατέρες αμφισβητείται. Ο Προ­τεσταντισμός είναι σκόρπιος, ασθενής, αδύναμος».

Και ο ορθόδοξος ερευνητής του Λουθηρανισμού τελειώνει την εργασία του μ’ αυτό το λυπηρό συμπέρασμα: «Εγκαταλελειμμένοι στην τύχη τους, στην υποκειμενική τους λογική και πίστη οι λουθηρανοί προχώρησαν τολ­μηρά σε λαθεμένο δρόμο. Ο αυτονομημένος και αυτοδίδακτος ατομισμός διέστρεψε τον Χριστιανισμό, διέστρεψε την ίδια τη συμβολική διδασκαλία της πίστεως και έφερε τον λουθηρανισμό στο χείλος της καταστροφής. Όλο και περισσότερο απορρίπτονται στον λουθηρανι­σμό οι αυθεντίες των πρώτων μεταρρυθμιστών, όλο και περισσότερο εξαφανίζεται το κοινό πιστεύω, όλο και περισσότερο πλησιάζει ο λουθηρανισμός στον πνευματικό του θάνατο»[1].

Τον τελευταίο καιρό προέκυψαν στον Προτεσταντισμό όχι και λίγα φαινόμενα τα οποία αποκάλυψαν όλη την καταστροφικότητα και την ψευτιά του χωρισμού χριστιανισμού και Εκκλησίας που ο ίδιος προκάλεσε. Μεταξύ των παστόρων εμφανίστηκαν κάποιοι οι οποίοι στους πιστούς τους όχι μόνο δεν εκήρυτταν Χριστόν εσταυρωμένον, αλλά αρνούνταν ακόμη και την ύπαρξη προσωπικού Θεού. Κάποιοι άλλοι εξέφρασαν ανοιχτά τη συμπάθειά τους σε κάποιον κακόβου­λο εχθρό του χριστιανισμού[2], ο οποίος καλυπτόμενος πίσω από την επιστήμη, «απέδειξε» ότι ο Χριστός ποτέ μα ποτέ δεν έζησε στη γη, ότι, επομένως, όλο το Ευαγγέλιο είναι μόνο μύθος. Σ’ εμάς υπάρχουν πολλοί που έχουν την τάση να ονομάζουν τους προτεστάντες χρι­στιανούς. Γι’ αυτούς είναι δύσκολο να υποθέσουμε ότι έχουν υγιή τον νου τους (δες παραπάνω τους λόγους του Μ. Αθανασίου).

Πράγματι, τώρα είναι στον καθένα σαφές ότι χάνοντας την Εκκλησία οι προτε­στάντες χάνουν και τον Θεάνθρωπο Χριστό. Σήμερα οι προτεστάντες παραδέχονται ανοιχτά ότι στη Γερμανία αναγνωρίζει τη θεότητα του Χριστού όχι περισσότερο από το ένα τρίτο των παστόρων. Αυτό δεν είναι τίποτε άλλο από πνευματικός θάνατος διότι «ο μη έχων τον υιόν του Θεού, την ζωήν ουκ έχει» (Α Ιω. 5,12).

__________________

[1] ΤΕΡΕΝΤΙΕΦ Ν., Τό σύστημα τής λουθηρανικής ομολογίας πίστεως στά συμβολικά βιβλία τοϋ λουθηρανισμού, Καζάν σ. 460 (έπ. ρωσ. έκδ.).

[2] Paul Drews (1858-1912): Γερμανός προτεστάντης θεολόγος



(Εκ του βιβλίου: «Αρχιεπίσκοπος Ιλαρίων Τρόϊτσκι (1886-1929) Ιερομάρτυς και πρόμαχος της Εκκλησίας του Χριστού», Του Πρωτ. Ιωάννη Φωτόπουλου)



(Πηγή: impantokratoros.gr)


Αρχιεπίσκοπος Ιλαρίων Τρόϊτσκι: Δεν υπάρχει ΑΓΑΠΗ εκτός Εκκλησίας


Δεν υπάρχει ΑΓΑΠΗ εκτός Εκκλησίας
Ο μακάριος Αυγουστίνος:  Δεν υπάρχει  αγάπη ούτε σωτηρία εκτός Εκκλησίας.
Ο μακάριος Αυγουστίνος δέχεται ότι η χριστιανική διδασκαλία όταν κατανοείται θεωρητικά, μπορεί να φυλαχθεί και εκτός Εκκλη­σίας. Η αλήθεια  παραμένει αλήθεια  ακόμη  κι αν την εκφράζει ένας κακός άνθρωπος. Πράγματι και οι δαίμονες ομολογούσαν τον Χριστό, όπως και ο Απόστολος Πέτρος. Ο χρυσός είναι αναμφίβολα καλός και παραμένει χρυσός ακόμη  και στους κλέφτες, έστω κι αν χρησι­μεύει για τους κακούς τους σκοπούς. Ο Χριστός είπε κάποτε στους μαθητές Του: «εκείνος που δεν είναι εναντίον μας είναι με το μέρος μας» (Λουκ. 9, 50). Από αυτό μπορείς να συμπεράνεις ότι εκείνος που στέκεται εκτός Εκκλησίας σε κάποια θέματα δεν είναι εναντίον της Εκκλησίας και έχει κάτι από τον εκκλησιαστικό πλούτο. Οι Αθηναίοι τιμούσαν τον άγνωστο Θεό (Πράξ. 17, 23) και ο Απόστολος Ιάκωβος μαρτυρεί ότι «και τα δαιμόνια πιστεύουσι» (Ιακ. 2, 19) αλλά αυτά, βέβαια, είναι εκτός Εκκλησίας. Στα συγγράμματά του κατά των Δονατιστών ο μακάριος Αυγουστίνος λεπτομερώς αποδεικνύει και υποστηρίζει κάποιου είδους εγκυρότητα στο σχισματικό βάπτισμα.

Όμως αν και εκτός Εκκλησίας μπορεί να διαφυλάσσεται η αληθινή διδασκαλία, αν ακόμη  και τα Μυστήρια τελούμενα ξέχωρα από την Εκκλησία είναι έγκυρα, τότε σε τι είναι αναγκαία η Εκκλησία; Δεν είναι άραγε δυνατή η σωτηρία εκτός Εκκλησίας; Δεν αποχωρίζει έτσι ο μακάριος Αυγουστίνος τον Χριστιανισμό από την Εκκλησία; Δεν παραδέχεται τη δυνατότητα υπάρξεως Χριστιανισμού χωρίς Εκκλη­σία; Σε όλα αυτά τα ερωτήματα δίδεται αρνητική απάντηση από τον μακάριο Αυγουστίνο. Τη χριστιανική ζωή που οδηγεί στη σωτηρία ο μακάριος Αυγουστίνος την εγγράφει μόνο στην Εκκλησία και εκτός Εκκλησίας τέτοια ζωή δεν μπορεί να υπάρξει.

Το γεγονός ότι οι αποκομμένοι από την Εκκλησία φυλάσσουν κάτι από τον εκκλησιαστικό πλούτο δεν προσφέρει απολύτως κα­μιά ωφέλεια, αλλά μόνο βλάβη. Πως έτσι; Διότι, απαντά ο μακάριος Αυγουστίνος, όλοι οι αποκομμένοι από την Εκκλησία δεν έχουν αγάπη. Ο Χριστός υπέδειξε ένα σημείο με το οποίο μπορεί κάποιος να γνωρίσει τους μαθητές του. Το σημείο αυτό δεν είναι η χριστιανική διδασκαλία, ούτε και τα μυστήρια, αλλά μόνον η αγάπη. «Εν τούτω», είπε Εκείνος στους μαθητές Του «γνώσονται πάντες ότι εμοί μαθηταί έστε, εάν αγάπην έχητε εν αλλήλοις» (Ιω. 13, 35). Τα Μυστήρια δεν σώζουν εάν εκείνος που τα δέχεται δεν έχει αγάπη. Ο Απόστολος λέγει: «Εάν... ειδώ τα μυστήρια (sacramenta) πάντα..., αγάπην δε μη έχω ουδέν ειμί» (Α Κορ. 13,2). Προφήτευσε ο Καϊάφας αλλά κατεκρίθη. Αυτός ο ίδιος ο χωρισμός από την Εκκλησία είναι η μεγαλύτερη αμαρτία, η οποία αποδεικνύει ότι στους σχισματικούς δεν υπάρχει αγάπη. Ο αναγεννημένος στο βάπτισμα αλλά μη ενωμένος με την Εκκλησία δεν έχει κανένα όφελος από το βάπτισμα επειδή δεν έχει αγάπη. Το βάπτισμα αρχίζει να είναι σωτήριο γι’ αυτόν τότε μόνο, όταν ενώνεται με την Εκκλησία. Η Χάρις του βαπτίσματος δεν μπορεί να καθαρίσει από τις αμαρτίες εκείνον ο οποίος δεν ανήκει  στην Εκκλησία. Η ενέργειά του κατά κάποιον τρόπο παραλύει από την επιμονή της καρδιάς του σχισματικού στο κακό, δηλαδή στο σχίσμα. Έτσι, καθώς ο βαπτιζόμενος, αμέσως μετά το βάπτισμα μπαίνοντας στο σκοτάδι του σχίσματος, διακρίνει την αμαρτωλότητά του, την απουσία δηλαδή απ’ αυτόν της αγάπης, ευθύς και οι αμαρτίες επιστρέφουν σ’ αυτόν.

Ότι οι συγχωρημένες αμαρτίες επιστρέφουν αν δεν υπάρχει  αδελφική αγάπη, το έδειξε χειροπιαστά ο Κύριος όταν μίλησε για τον δούλο στον οποίο ο κύριός του χάρισε το χρέος 10.000 ταλάντων. Όταν ο δούλος εκείνος δεν σπλαχνίστηκε τον σύνδουλό του, που του όφειλε 10 δηνάρια, τότε ο κύριος διέταξε να του δώσει πίσω όλα όσα του όφειλε. Όπως εκείνος ο δούλος για ένα χρονικό διάστημα έλαβε άφεση του χρέους έτσι και ο βαπτιζόμενος εκτός Εκκλησίας επίσης για κάποιο χρονικό διάστημα ελευθερώνεται από τις αμαρτίες του, αλλά καθώς μετά το βάπτισμα παραμένει εκτός Εκκλησίας, τότε του καταλογίζονται εκ νέου όλες οι αμαρτίες που έκαμε πριν το βάπτισμα.

Τότε μόνο του συγχωρούνται οι αμαρτίες, όταν αγαπητικά ενωθεί με την Εκκλησία. Οι σχισματικοί στερούνται της ελπίδος της σωτηρί­ας όχι επειδή το βάπτισμά τους είναι ανενεργό, αλλά μόνο επειδή είναι εκτός Εκκλησίας και διάκεινται εχθρικά προς αυτήν. Τη Χάρη του Αγίου Πνεύματος μπορεί να τη λάβει και να τη φυλάξει μόνο όποιος είναι ενωμένος εν αγάπη με την Εκκλησία. Όποιος χωρίστηκε από την Εκκλησία, δεν έχει αγάπη. Δεν υπάρχει  αγάπη προς τον Θεό σε εκείνον που δεν αγαπά την ενότητα  της Εκκλησίας. Ματαίως λέει ότι έχει χριστιανική αγάπη. Η αγάπη μπορεί να τηρηθεί μόνο σε ενότητα  με την Εκκλησία, επειδή το Άγιο Πνεύμα ζωογονεί μόνο το Σώμα της Εκκλησίας. Καμιά νόμιμη και επαρκής αιτία δεν μπορεί να υπάρξει  για να χωρισθεί κάποιος από την Εκκλησία. Όποιος απεκόπη από την Εκκλησία δεν έχει το Άγιο Πνεύμα, όπως και το αποκομμένο από το σώμα μέλος δεν έχει πνοή ζωής έστω κι αν για κάποιο διάστημα δι­ατηρεί το προηγούμενο σχήμα του. Γι’ αυτό όλοι οι αποκομμένοι από την Εκκλησία, όσο εναντιώνονται σ’ αυτήν δεν μπορούν να είναι καλοί, ακόμη  κι αν η συμπεριφορά τους φαίνεται αξιέπαινη. Αυτός καθαυτόν ο χωρισμός τους από την Εκκλησία τους κάμει κακούς.

Έτσι, κατά τη διδασκαλία του μακαρίου Αυγουστίνου, η Εκκλη­σία είναι έννοια πολύ στενότερη από τον Χριστιανισμό, όταν αυτός κατανοείται υπό την έννοια μόνο θεωρητικών θέσεων. Παραμένοντας κάποιος εκτός Εκκλησίας, μπορεί να είναι σε συμφωνία μ’ αυτές  τις θεωρητικές τοποθετήσεις. Για την ένωση με την Εκκλησία, είναι απαραίτητη εκτός αυτού η συμφωνία βουλήσεων (consensio voluntatum). Αλλά είναι φανερό ότι χωρίς αυτή την τελευταία, μόνη η θεωρητική συμφωνία με τη χριστιανική διδασκαλία είναι τελείως ανώφελη γιατί εκτός Εκκλησίας δεν υπάρχει  σωτηρία. Στη ζωή ο Χριστιανισμός συ­μπίπτει τελείως με την Εκκλησία.

Οι απόψεις του αγίου Κυπριανού και του μακαρίου Αυγουστίνου, αν και φαινομενικά είναι λίγο διαφορετικές μεταξύ τους, καταλήγουν στο ίδιο ακριβώς  συμπέρασμα: extra Ecclesiam nulla salus δηλαδή εκτός Εκκλησίας δεν υπάρχει  σωτηρία. Σώζει τους ανθρώπους η αγάπη η οποία είναι Χάρις, δώρο της Καινής Διαθήκης. Εκτός Εκκλησίας είναι αδύνατο  να τηρήσεις την αγάπη επειδή εκεί δεν είναι δυνατόν να λάβεις το Άγιο Πνεύμα.

Από το βιβλίο:
Αρχιεπίσκοπος Ιλαρίων Τρόϊτσκι (1886-1929) Ιερομάρτυς και πρόμαχος της Εκκλησίας του Χριστού 
π.Ιωάννη Φωτόπουλου

Ο Αββάς Κασσιανός ο Ρωμαίος και το έργο του



Η μνήμη του τιμάται στις 29 Φεβρουαρίου.
Αββάς ΚασσιανόςΜια βαθιά πνευματική προσωπικότητα, που αυγάζει στο στερέωμα της εν ουρανοίς θριαµβεύουσας Εκκλησίας και κοσμεί τη χορεία των αγίων της Ορθοδοξίας, είναι ο Αββάς Κασσιανός.
Γεννήθηκε πιθανόν γύρω στο 360 µ.Χ. και δύο χώρες διεκδικούν βάσιμα το δικαίωμα του να είναι γενέτειρές του, η Μικρή Σκυθία, κατά τους περισσοτέρους μελετητές, ή η Νότια Γαλατία (Προβηγκία). Του αποδίδεται και το όνομα Ιωάννης, που μάλλον ήταν το βαπτιστικό ή το μοναχικό του όνομα, και Κασσιανός πρέπει να ήταν μάλλον το προσωνύμιό του. Όπως ο ίδιος µας πληροφορεί «από την τρυφερή ηλικία διδάχθηκε να παίρνει μεγάλες αποφάσεις» και «από την παιδική ηλικία έζησε μεταξύ των μοναχών». Κατά την πρώιμη νεανική ηλικία ο Άγιος Κασσιανός μαζί με τον αδελφικό του φίλο Γερμανό αποφάσισαν να ακολουθήσουν την μοναχική ζωή και εγκαταστάθηκαν σε κάποια Μονή της Βηθλεέμ, κατά πάσα πιθανότητα στο ονομαστό για την πνευματικότητά του Κοινόβιο του Αγίου Ιερωνύμου, κοντά στο Σπήλαιο της Γεννήσεως«όπου», όπως γράφει ο ίδιος, «ο Κύριός µας συγκατέβη να γεννηθεί από την Παρθένο». Στην πνευματική αυτή εστία βρήκαν τις απαιτούμενες προϋποθέσεις που θα ευόδωναν τον ιερό σκοπό της ζωής τους. Από εκεί ήρθαν σε επαφή με τον ακμάζοντα μοναχισμό της Παλαιστίνης, της Συρίας και της Μεσοποταμίας, τον οποίο είχε κατά κύριο λόγο υπόψη του ο Άγιος, όταν συνέτασσε τους «Κοινοβιακούς Κανονισμούς».
Ύστερα από μερικά χρόνια Κασσιανός και Γερμανός εξέφρασαν την επιθυμία στους προεστώτες του Κοινοβίου τους να επισκεφθούν τους αναχωρητές της Αιγύπτου, για να αποκομίσουν από τη γνωριμία αυτή πνευματική βοήθεια. Το αίτημά τους έγινε δεκτό με την προϋπόθεση να επιστρέψουν και πάλι στη Μονή της μετανοίας τους. Όταν έφθασαν στην Αίγυπτο συνάντησαν τον Επίσκοπο της Πανεφώ (Πανέφυσις) Αρχίβιο, ο οποίος, όταν πληροφορήθηκε το σκοπό της επισκέψεώς τους, τους συμβούλευσε, πριν προχωρήσουν στις μεγάλες ερήμους της ενδοχώρας, να επισκεφθούν πρώτα τους αναχωρητές που ζούσαν στα περίχωρα της Πανεφώ, πάνω σε κάποια ξερονήσια. Δέχτηκαν με χαρά την πρότασή του και με τη δική του καθοδήγηση ξεκίνησαν, διασχίζοντας μονότονους βαλτότοπους, να συναντήσουν τους ασκητές.
Η περιοδεία τους συνεχίστηκε σε πολλές σκήτες, μοναστήρια και ερημητήρια, όπου κάθε άγιος γέροντας είχε να τους προσφέρει πλούσια πνευματική τροφοδοσία. Οι συζητήσεις και η έντονη ασκητική ζωή των πατέρων που συνάντησαν, τους οδήγησαν πολλές φορές στον πειρασμό να επιθυμήσουν να παραμείνουν εκεί μαζί τους και να μην επιστρέψουν στη Μονή της μετανοίας τους, όπως είχαν υποσχεθεί. Οι συμβουλές όμως των πατέρων που συνάντησαν τους στήριξαν στην υπακοή και στην τήρηση της εντολής που είχαν λάβει.

Οι δαίμονες μάς πολεμούν παρακολουθώντας τις αντιδράσεις μας!


ΑΒΒΑΣ ΣΕΡΗΝΟΣ: Κανείς δεν αμφιβάλλει ότι τα πονηρά πνεύματα μπορούν να γνωρίζουν τη φύση των λογισμών μας. Αλλά αυτό γίνεται μόνο εξωτερικά, από συμπεράσματα που στηρίζονται σε κάποια φαινόμενα, όπως είναι αυτά που εκφράζουν τις διαθέσεις μας ή τα λόγια μας ή ακόμα και οι ασχολίες, στις οποίες βλέπουν ότι έχουμε ιδιαίτερη κλίση. Αλλά οι λογισμοί, που δεν έχουν ακόμα βγει από τα βάθη της ψυχής μας, τους είναι εντελώς απρόσιτοι.
Αν οι λογισμοί που μας υποβάλλουν οι δαίμονες έχουν γίνει αποδεκτοί από εμάς ή όχι, αυτό δεν το γνωρίζουν οι δαίμονες. Επειδή αυτοί έχουν τη δυνατότητα της κοινωνίας με την ψυχή μας – δηλαδή είναι σε θέση να παρακολουθήσουν την εσωτερική διεργασία των λογισμών μας, η οποία είναι καλυμμένη και άγνωστη – αλλά το αντιλαμβάνονται από τις εξωτερικές μας κινήσεις και από τις ενδείξεις που παρουσιάζει η συμπεριφορά μας.

Υποβάλλουν για παράδειγμα στον άνθρωπο τη ροπή προς το πάθος της λαιμαργίας. Αν δουν τον άνθρωπο να σηκώνεται και να κυττάζει προς το παράθυρο ή προς το μέρος του ήλιου σκεπτικά και να ζητά να μάθει εναγώνια τι ώρα είναι, τότε πληροφορούνται με αυτό το σημάδι ότι ο πειρασμός της λαιμαργίας έχει γίνει αποδεκτός από αυτόν. Το ίδιο συμβαίνει και στην περίπτωση του πειρασμού της πορνείας. Αν τα πονηρά πνεύματα παρατηρήσουν ότι ο άνθρωπος δέχεται χωρίς αντίσταση το βέλος του πάθους, αν δουν δηλαδή ότι η σάρκα ερεθίστηκε και ότι αυτός δεν λυπήθηκε και δεν έκλαψε, όπως θα έπρεπε να είχε κάνει τη στιγμή που δέχτηκε την προσβολή, τότε αντιλαμβάνονται ότι το κεντρί της κακής επιθυμίας έχει ήδη καρφωθεί στα βάθη της ψυχής του.

Σχετικά με τους πειρασμούς της θλίψης, του θυμού και της οργής, οι δαίμονες πληροφορούνται τα αποτελέσματα της πειρασμικής υποβολής από τις κινήσεις και από τη συναισθηματική φόρτιση που εκδηλώνει ο άνθρωπος. Αν η προσβολή έχει εισχωρήσει και έχει πλήξει την καρδιά του ανθρώπου, το διακρίνουν από μια σιωπηλή διέγερση, από ένα αγανακτισμένο αναστεναγμό, από μια αλλαγή, από τη χλωμάδα δηλαδή ή από το κοκκίνισμα του προσώπου. Αυτά είναι τα μέσα, με τα οποία η λεπτή νοημοσύνη τους διακρίνει ποιος άνθρωπος έχει παραδοθεί σε ένα πάθος και σε ποιο ακριβώς πάθος. Έτσι για καθένα από μας γνωρίζουν με σιγουριά τι μας αρέσει ή όχι.

Δηλαδή από την πρώτη αντίδραση, την οποία η δαιμονική προσβολή προκαλεί στο σώμα μας, από μια χειρονομία ή από μια κίνησή μας, τα πονηρά πνεύματα συμπεραίνουν με βεβαιότητα ότι ο πειρασμός που εξαπέλυσαν έχει κερδίσει τη συγκατάθεσή μας, για την οποία εμείς πλέον θα έχουμε την ευθύνη.
Σε γενικές γραμμές, δεν είναι παράδοξο και πρωτόγνωρο το ότι τα πονηρά πνεύματα αντιλαμβάνονται τα αισθήματά μας και τις αντιδράσεις μας, εφόσον την ίδια δυνατότητα μπορεί να έχει και ένας έξυπνος άνθρωπος. Ένας εύστροφος ανθρώπινος νους μπορεί, και με τη θέα ακόμα του προσώπου, και με την εξωτερική δηλαδή εμφάνιση ενός ανθρώπου, να αναγνωρίσει την εσωτερική κατάστασή του.

Πόσο λοιπόν περισσότερο θα μπορούν να το κάνουν αυτό οι δαίμονες, οι οποίοι είναι, εξαιτίας της πνευματικής τους φύσης, πολύ πιο ευαίσθητοι και πολύ πιο οξυδερκείς από τους ανθρώπους;

(αββά Κασσιανού, Συνομιλίες, εκδ. Ετοιμασία τομ. Α, σελ. 217-218)

Αββάς Κασσιανός, ο μεγάλος ασκητής της Δύσης Αλέξανδρος Χριστοδούλου, Θεολόγος

Άγιος Κασσιανός ο Ρωμαίος
Ο Άγιος Κασσιανός, παραμένει στο μεγάλο πλήρωμα της Εκκλησίας άγνωστος αν και είναι σημαντική   πατερική μορφή. Αυτό οφείλεται στο ότι όλοι οι χριστιανοί δεν μπορούσαν να έχουν πρόσβαση στα συγγράμματά του επειδή ο άγιος έγραψε στη λατινική γλώσσα. Μόνο μερικά τμήματα απ’ αυτά μεταφράστηκαν παλιότερα στα ελληνικά.
Έζησε κατά τα τέλη του 4ου μ. Χ. αιώνα, γύρω στο 360-365. Μέχρι σήμερα οι ερευνητές δεν κατόρθωσαν να καθορίσουν πότε και πού γεννήθηκε. Δύο χώρες θεωρούνται ως γενέτειρές του. Η Μικρή Σκυθία και η Νότια Γαλατία. Περισσότερες πιθανότητες έχει η Μικρή Σκυθία, στις εκβολές του Δούναβη, σημερινή Δοβρουτζά της Ρουμανίας.
cassian
Αμφιβολίες υπάρχουν και για το όνομά του. Συγγραφείς τον αναφέρουν ως «Κασσιανό» ενώ ο ίδιος στα συγγράμματά του ονομάζει τον εαυτόν του «Ιωάννη». Σύγχρονός του τον αναφέρει «Ιωάννην, τον λεγόμενον Κασσιανόν». Πιθανότερη εκδοχή είναι ότι το όνομά του, βαπτιστικό ή μοναχικό, ήταν Ιωάννης και το Κασσιανός προσωνύμιο.
Η οικογένειά του ήταν ευκατάστατη και ευσεβής και του έδωσε την ευκαιρία να λάβει ικανοποιητική και ευρεία μόρφωση. Ο ίδιος στα συγγράμματά του ομολογεί ότι η συνεχής μελέτη απορρόφησε πολύ τις πνευματικές του δυνάμεις και τον εμπόδιζαν στην προσευχή. Είναι γνώστης των έργων των Πατέρων της πρώτης Εκκλησίας αλλά και άλλων συγγραφέων.
Στη νεανική του ηλικία με τον αδελφικό του φίλο Γερμανό ακολούθησε την μοναχική ζωή σε κάποια Μονή της Βηθλεέμ που βρισκόταν κοντά στο Σπήλαιο της Γεννήσεως του Κυρίου. Εκεί γνώρισε τον μοναχισμό της Παλαιστίνης, της Συρίας και της Μεσοποταμίας. Ποθώντας την αναχωρητική ζωή και τις ψηλότερες πνευματικές αναβάσεις αποφάσισε μαζί με το φίλο του Γερμανό να επισκεφθούν τους αναχωρητές της Αιγύπτου. Μετά από ευλογία του ηγουμένου επισκέφθηκαν τους τρείς φημισμένους αββάδες Χαιρήμονα, Νισθερώ, Ιωσήφ και το ονομαστό κοινόβιο του αββά Πινουφρίου. Προχώρησαν στην έρημο που βρισκόταν στις εκβολές του Νείλου και συνάντησαν πατέρες με τους οποίους συνομίλησαν για τις λεπτομέρειες της μοναχικής ζωής.
Μετά από 7 χρόνια επέστρεψαν στην Μονή της Βηθλεέμ και μετά από λίγο επανήλθαν στην Αίγυπτο για να επισκεφθούν την έρημο της Σκήτης, που βρισκόταν στην κοιλάδα της Νιτρίας όπου συνάντησαν τον αββά Μωυσή, τον αββά Παφνούτιο, τον αββά Σεραπίωνα και άλλους μεγάλους πατέρες, με τους οποίους συνομιλεί και καταγράφει την ζωή τους στα κοινόβια, τις πνευματικές και ασκητικές τους εμπειρίες. Οι δύο επισκέψεις στην Αίγυπτο πρέπει να έγιναν μεταξύ των ετών 380 και 400 μ.Χ.
Αργότερα, μεταβαίνει στην Κων/πολη, συνδέεται με τον Ιωάννη τον Χρυσόστομο και χειροτονείται διάκονος. Η παραμονή του κοντά στον μεγάλο Ιεράρχη τον βοήθησε στην πληρέστερη δογματική κατάρτισή του, συμπλήρωσε τις ελλείψεις του στο θεολογικό, ερμηνευτικό τομέα και τη λειτουργική του εμπειρία.
Με την εκθρόνιση και εξορία του Χρυσοστόμου ο Κασσιανός καταφεύγει στη Ρώμη και παραδίδει στον Πάπα Ιννοκέντιο Α΄ την επιστολή του κλήρου και λαού της Κων/πόλεως. Στη Ρώμη παρέμεινε περίπου 10 χρόνια υπηρετώντας την Εκκλησία όπου κατά πάσα πιθανότητα χειροτονήθηκε ιερέας.
Περί το 415 μ. Χ. βρίσκομε τον αββά Κασσιανό στη Γαλλία, στην περιοχή της Μασσαλίας, όπου ιδρύει δύο μοναστήρια, ένα ανδρικό αφιερωμένο στον Άγιο Βίκτωρα, μάρτυρα του 3ου αιώνα και ένα γυναικείο αφιερωμένο στον Σωτήρα Χριστό, τα οποία οργανώνει σύμφωνα με τα πρότυπα του κοινοβιακού μοναχισμού της ορθοδόξου Ανατολής.
Στη Μασσαλία, μέσα σε περιβάλλον που ήταν καχύποπτο προς τη μοναχική ζωή, κατοχυρώνει θεωρητικά τον μοναχισμό με τα τρία μεγάλα έργα του: «Τους Κοινοβιακούς Κανονισμούς», «Τις Συνομιλίες με τους Πατέρες της ερήμου» και  το «Περί Ενσαρκώσεως, και κατά του Νεστορίου».
Κοιμήθηκε περί το 435 και τα Τίμια λείψανά του φυλάσσονται στη Μονή του Αγίου Βίκτωρα. Η Ορθόδοξη Εκκλησία τον ανακήρυξε άγιο και η μνήμη του τιμάται στις 29 Φεβρουαρίου. Ο καθηγητής της Βυζαντινής Φιλολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών Φ. Δημητρακόπουλος, στο έργο του: «Σελίδες για τον άγιο Κασσιανό τον Ρωμαίο στην παλιά πόλη της Λευκωσίας», (Ακτή, 1997) αναφέρει ότι στη μαρτυρική Κύπρο πολλοί ναοί (25) είναι καθιερωμένοι στο όνομά του και πανηγυρίζουν την ημέρα της μνήμης του. Αντίθετα η Δυτική Εκκλησία δεν τον κατέταξε στο επίσημο Αγιολόγιό της και δεν τον τιμά, εκτός της περιοχής της Μασσαλίας. Ένας ακόμη λόγος της περιθωριοποίησης του Αγίου Κασσιανού από τη Δυτική Εκκλησία είναι ότι υπήρξε ο κύριος αντίπαλος της θεωρίας του απόλυτου προορισμού του Ι. Αυγουστίνου, την οποία ενστερνίστηκε η δυτική θεολογία.

Ποια είναι η αιτία της ξαφνικής αλλαγής συναισθημάτων; (Αββάς Κασσιανός)


Ο ΑΒΒΑΣ ΚΑΣΣΙΑΝΟΣ ΤΑΞΙΔΕΥΕΙ ΣΤΗΝ ΕΡΗΜΟ ΤΗΣ ΑΙΓΥΠΤΟΥ ΚΑΙ ΣΥΝΟΜΙΛΕΙ ΜΕ ΤΟΥΣ ΠΑΤΕΡΕΣ ΤΗΣ ΕΡΗΜΟΥ. ΡΩΤΑ ΤΟΝ ΑΒΒΑ ΔΑΝΙΗΛ “Γιά τήν αἰτία τῆς ξαφνικῆς ἀλλαγῆς τῶν συναισθημάτων μας. Πῶς γίνεται καί, ἑνῶ νιώθουμε πολλή χαρά, ξαφνικά μᾶς καταλαμβάνει τέλεια ἀποθάρρυνση καί θλίψη;



Σχετικά με το βίο του αββά Δανιήλ

ΑΒΒΑΣ ΚΑΣΣΙΑΝΟΣ: Ανάμεσα σ’ όλους αυτούς τους ήρωες της «κατά Θεόν» φιλοσοφίας, συναντήσαμε και τον αββά Δανιήλ. Ο αββάς Δανιήλ, όχι μόνο ήταν ισάξιος σ’ όλες τις αρετές με αυτούς που έμεναν στην έρημο της Σκήτης, αλλά είχε ως ιδιαίτερο χαρακτηριστικό του το χάρισμα της ταπεινοφροσύνης. Η μεγάλη καθαρότητα και η πραότητα του αββά Δανιήλ έκαναν τον αββά Παφνούτιο, ο οποίος ήταν ο ιερέας αυτής της ερήμου, να τον επιλέξει ανάμεσα από πολλούς άλλους πιο ηλικιωμένους για να γίνει διάκονος.

Ο αββάς Παφνούτιος ήταν τόσο ενθουσιασμένος από την αρετή του αββά Δανιήλ ώστε, θεωρώντας τον ισάξιό του και ιδιαίτερα χαρισματούχο, βιαζόταν να τον κάνει επίσης και ισόβαθμο κατά την ιερατική τάξη. Στο πρόσωπο του αββά Δανιήλ, ο αββάς Παφνούτιος έβλεπε τον άνθρωπο, ο οποίος θα μπορούσε αργότερα να τον διαδεχθεί. Γι’ αυτό τον προήγαγε σχετικά νωρίς, ενώ ζούσε ακόμη ο ίδιος, στο αξίωμα της ιεροσύνης. Ο αββάς Δανιήλ ωστόσο δεν έπαυσε να διατηρεί, και σ’ αυτή την ανώτερη θέση που ανήλθε, την προηγούμενη συνηθισμένη του ταπείνωση. Ποτέ δεν προβλήθηκε, όταν παρευρισκόταν ο δάσκαλός του, για την ανώτερη τάξη στην οποία προκρίθηκε, αλλά επέμενε πάντα, όταν ο αββάς Παφνούτιος τελούσε τη Θεία Λειτουργία, να εκτελεί αυτός τα καθήκοντα του πρώτου αξιώματος του, σαν να ήταν μόνο διάκονος.

Ωστόσο, ο αββάς Παφνούτιος, αν και ήταν τόσο άγιος άνθρωπος καί είχε ακόμη και προορατικό χάρισμα, στην περίπτωση του αββά Δανιήλ, δεν είδε τα γεγονότα να επαληθεύουν τις ελπίδες του σε ότι αφορούσε το θέμα της διαδοχής και την εκλογή που ο ίδιος είχε κάνει. Γιατί ο υποψήφιος διάδοχός του έφυγε απ’ αυτή τη ζωή λίγο πριν φύγει για τον Ουρανό αυτός ο ίδιος.



Ερώτηση για την αιτία της ξαφνικής αλλαγής των συναισθημάτων μας. Πώς γίνεται καί, ενώ νιώθουμε πολλή χαρά, ξαφνικά μας καταλαμβάνει τέλεια αποθάρρυνση και θλίψη; Σ’ αυτόν λοιπόν τον μακάριο αββά Δανιήλ θέσαμε μια μέρα την εξής ερώτηση: Γιατί άραγε, όταν αποσυρόμαστε στα κελιά μας για να προσευχηθούμε, μας περιλούει ένα κύμα Θείου φωτός και αισθανόμαστε να πλημμυρίζει από αγαλλίαση και ανείπωτη χαρά η καρδιά μας και φθάνουμε σε κατάσταση, την οποία όχι μόνο δεν μπορούμε να περιγράψουμε, αλλά ούτε καν να τη συλλάβει ο νους μας; Γιατί τότε η προσευχή βγαίνει καθαρή και ανεμπόδιστη και η ψυχή γεμάτη πνευματικούς καρπούς δέχεται την εσωτερική πληροφορία ότι οι δεήσεις της, που δεν διακόπτονται ούτε και κατά την ώρα του ύπνου, φθάνουν γρήγορα στον ουρανό και γίνονται αποδεκτές από τον Θεό;

Και γιατί μετά ξαφνικά και χωρίς κανένα λόγο μας καταλαμβάνει μια ανεξήγητη αγωνία; Νιώθουμε τότε να μας πλακώνει μια θλίψη βαριά, χωρίς να υπάρχει καμιά εμφανής αιτία που να την έχει προκαλέσει. Μετά στερεύει αυτή η πηγή των μυστικών βιωμάτων μας και φθάνουμε σε τέτοιο σημείο, ώστε και το κελί μας ακόμα να μας γίνεται ανυπόφορο. Όταν βρισκόμαστε σ’ αυτή την κατάσταση αποστρεφόμαστε τη μελέτη, και ο νους μας διασπάται κατά την ώρα της προσευχής και τρέχει ακατάπαυστα εδώ και εκεί. Αισθανόμαστε σαν να είμαστε μεθυσμένοι. Αναστενάζουμε, προσπαθούμε να επαναφέρουμε το νου μας στην πρώτη του κατεύθυνση. Μάταια όμως! Όσο περισσότερο προσπαθούμε να τον επαναφέρουμε στη μνήμη του Θεού, τόσο πιο πολύ αυτός γλιστράει και ξεφεύγει σε άσκοπες περιπλανήσεις και τελικά παραμένει άκαρπος. Ούτε ο πόθος της Βασιλείας των Ουρανών, αλλά και ούτε ο φόβος της Κόλασης είναι ικανά να μας ξυπνήσουν από το λήθαργό μας.

Πάνω σ’ αυτές τις απορίες μας ο αββάς Δανιήλ μάς έδωσε τούτη εδώ την απάντηση.

ΑΒΒΑΣ ΔΑΝΙΗΛ: Οι Πατέρες μάς έχουν πει ότι η στειρότητα του πνεύματος, για την οποία μιλάτε, οφείλεται σε τρεις αιτίες: Ενδέχεται να είναι αποτέλεσμα της αμέλειάς μας. Μπορεί να είναι δαιμονικός πειρασμός. Δεν αποκλείεται επίσης να είναι και μια δοκιμασία, την οποία παραχωρεί η Θεία Πρόνοια.

Πολλές φορές η πνευματική στειρότητα προέρχεται από τη δική μας αμέλεια. Από δικό μας λάθος πέφτουμε σε πνευματική χλιαρότητα. Μειώνεται η αγωνιστική μας διάθεση και παραδινόμαστε στην αμέλεια και την οκνηρία. Αυτή η απραξία γεννά άσχημους λογισμούς, οι οποίοι στη συνέχεια πυροδοτούν τους πειρασμούς. Τότε πλέον η καρδιά μας γίνεται σαν χωράφι, στο οποίο δεν φυτρώνουν παρά μόνο αγκάθια και τριβόλια. Αλλά, όταν μας συμβεί κάτι τέτοιο, είναι φυσικό να επακολουθήσει η πνευματική στειρότητα. Δεν υπάρχουν πια μέσα μας πνευματικοί καρποί ούτε επιθυμούμε μυστικές αναβάσεις του πνεύματος.

Μπορεί επίσης αυτή η κατάσταση που περιγράφετε να είναι και ένας πειρασμός. Όταν δηλαδή είμαστε ολοκληρωτικά δοσμένοι στους ευγενείς πνευματικούς πόθους μας, τότε ο αόρατος εχθρός μας γλιστρά επιδέξια και εισβάλλει στο νου μας, τον οποίο αποσπά από την πιο ιερή πνευματική κατάστασή του, χωρίς εμείς να το θέλουμε και χωρίς πολλές φορές να το καταλαβαίνουμε.

Δύο είναι οι λόγοι, για τους οποίους επιτρέπει ο Θεός να αποθαρρυνόμαστε πνευματικά

Αυτή τη δοκιμασία, μπορεί επίσης να την επιτρέπει ο Θεός για δύο κυρίως λόγους. Ο ένας λόγος είναι για να ταπεινωθούμε. Μας εγκαταλείπει Εκείνος για κάποιο διάστημα και εμείς, βλέποντας ταπεινωμένοι την αδυναμία μας, δεν νιώθουμε πλέον καμία έφεση για την καθαρότητα της καρδιάς, με την οποία Εκείνος μας είχε πριν χαριτώσει. Έχοντας εξάλλου την αίσθηση ότι μέσα σ’ αυτή την εγκατάλειψη ούτε οι στεναγμοί ούτε η προσωπική μας επιμέλεια είναι ικανά να μας επαναφέρουν στην πρώτη χαρά και στην καθαρότητα, συνειδητοποιούμε ότι η αγαλλίαση που αισθανόμασταν πριν, δεν ήταν καρπός του δικού μας ζήλου, αλλά δώρο της ευσπλαχνίας Του. Καταλαβαίνουμε πλέον από την εμπειρία μας ότι πρέπει να ικετεύσουμε τον Θεό και να του ζητήσουμε να μας σκεπάσει πάλι με τη Χάρη Του και να μας φωτίσει.

Ο άλλος λόγος που ο Θεός επιτρέπει να πέσουμε σ’ αυτόν τον πειρασμό είναι ότι θέλει να δοκιμάσει μ’ αυτό τον τρόπο την επιμονή, τη σταθερότητα και τον πόθο της ψυχής μας. Θέλει να μας διδάξει πόσο θερμά και επίμονα πρέπει να Του ζητούμε τη Χάρη του Αγίου Πνεύματος, όταν Αυτό έχει ήδη εγκαταλείψει την ψυχή μας. Μας εκπαιδεύει επίσης, για να συνειδητοποιήσουμε, μετά από αυτή την εμπειρία, πόσο θα μας στοιχίσει το να ξαναβρούμε τη χαμένη πνευματική χαρά μας και την αγαλλίαση της καθαρής καρδιάς. Μας καθοδηγεί, ώστε να φιλοτιμηθούμε να καταβάλλουμε περισσότερο ζήλο και να κάνουμε εντατικότερο αγώνα, για να διαφυλάττουμε τη Χάρη. Γιατί συνήθως είμαστε πιο αμελείς, όταν πρόκειται να διαφυλάξουμε κάτι, το οποίο θεωρούμε ότι μπορούμε εύκολα και άκοπα να το ξαναβρούμε.



(ΑΒΒΑΣ ΚΑΣΣΙΑΝΟΣ “ΣΥΝΟΜΙΛΙΕΣ ΜΕ ΤΟΥΣ ΠΑΤΕΡΕΣ ΤΗΣ ΕΡΗΜΟΥ”, Εκδόσεις “ΕΤΟΙΜΑΣΙΑ”, Ι. Μ. ΤΙΜΙΟΥ ΠΡΟΔΡΟΜΟΥ ΚΑΡΕΑ)